Άνοια: Παίζει ρόλο αν κοιμάστε λιγότερο από 5,5 ή περισσότερο από 7,5 ώρες

Το «μέτρον άριστον» αποδεικνύεται σωτήριο για τη γνωστική λειτουργία, με το αρχαίο ρητό να βρίσκει εφαρμογή τη φορά αυτή στη διάρκεια του ύπνου. Σύμφωνα με έρευνα της Σχολής Ιατρικής του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον που δημοσιεύεται στο Brain, οι πολλές όσο και ελάχιστες ώρες ύπνου επιταχύνουν τη γνωστική εξασθένιση ασχέτως παραγόντων που σχετίζονται όπως τα συμπτώματα της πρώιμης νόσου του Αλτσχάιμερ, κυριότερη αιτία γνωστικής έκπτωσης στους ηλικιωμένους που αφορά το 70% των περιπτώσεων άνοιας.

Για να καταλήξουν στις αποκλειστικές επιπτώσεις του ύπνου, οι ερευνητές άντλησαν στοιχεία για 100 ασθενείς από μία δεξαμενή εθελοντών σε μελέτες για τη νευροεκφυλιστική νόσο του Κέντρου Έρευνας για τη Νόσο Αλτσχάιμερ ”Charles F. and Joanne Knight” του Πανεπιστημίου, των οποίων η γνωστική λειτουργία παρακολουθούνταν επί 4,5 χρόνια. Οι 89 είχαν ήδη ήπια γνωστική εξασθένιση.

Σημειώνεται ότι οι εθελοντές υποβάλλονταν σε ετήσιες κλινικές και γνωστικές εξετάσεις καθώς και αιματολογικούς ελέγχους για το γονίδιο APOE4, έναν τύπο της απολιποπρωτεΐνης Ε (APOE) που συνδέεται με πρώιμη έναρξη της νόσου Αλτσχάιμερ ενώ για την προκείμενη μελέτη συνελέγησαν δείγματα εγκεφαλονωτιαίου υγρού για τον υπολογισμό της συγκέντρωσης πρωτεϊνών της νόσου Αλτσχάιμερ. Παράλληλα, κάθε συμμετέχοντας κοιμήθηκε με ένα μικροσκοπικό ηλεκτροεγκεφαλογράφο (EEG) δεμένο στο μέτωπό του για τέσσερις έως έξι νύχτες ώστε να καταγραφεί η δραστηριότητα του εγκεφάλου κατά τη διάρκεια του ύπνου.

Λιγότερες από 5,5 και περισσότερες από 7,5 ώρες ύπνου αποδείχθηκαν μοιραίες για την ακαιρεότητα της γνωστικής ικανότητας, σε αντίθεση με όσους κοιμούνταν στην ενδιάμεση διάρκεια, η γνωστική λειτουργία των οποίων παράμεινε σταθερή.

Η παραπάνω μη γραμμική σχέση μεταξύ των δύο μεταβλητών διατηρήθηκε σε όλα τα στάδια ύπνου, συμπεριλαμβανομένου του σταδίου REM (rapid eye movement – γρήγορης κίνησης ματιών) κατά το οποίο βλέπουμε τα όνειρα αλλά και μετά τη συνεκτίμηση παραγόντων που επηρεάζουν τον ύπνο και τη γνωστική ικανότητα όπως η ηλικία, το φύλο, τα επίπεδα των παθολογικών πρωτεϊνών της νόσου Αλτσχάιμερ και την παρουσία της APOE4.

Ωστόσο, η μελέτη δεν υποδεικνύει ότι κάποιος που χρειάζεται περισσότερες ώρες ύπνου για να ξεκουραστεί ή και λιγότερες ακόμα πρέπει να προσαρμοστεί στον χρόνο των ευρημάτων. Τα συμπεράσματα υπογραμμίζουν πως η ποιότητα του ύπνου είναι η κίνηση που θωρακίζει το μυαλό και όχι η διάρκεια, όπως διευκρινίζει ο Καθηγητής Νευρολογίας Δρ David Holtzman.

Έτσι, για όποιον ταλαιπωρείται από διαταραχές του ύπνου, υπάρχουν εύκολες τεχνικές για να τις ξεπεράσει.

«Παραμένει αναπάντητο αν μπορούμε να παρέμβουμε για να βελτιώσουμε τον ύπνο ανά περίπτωση, όπως με την αύξηση της διάρκειας σε όσους κοιμούνται λίγο κατά μία ώρα ας πούμε, και αν αυτό θα προφύλασσε τη γνωστική ικανότητα. Απαιτούνται περαιτέρω έρευνες για να δοθεί η απάντηση», κατέληξε ο επικεφαλής ερευνητής Δρ Brendan Lucey, Επίκουρος Καθηγητής Νευρολογίας και διευθυντής στο Κέντρο Ιατρικής του Ύπνου της Ουάσιγκτον.