Επιστήμονες από το Τόκιο ανέπτυξαν μια νέα, ελάχιστα επεμβατική, βασισμένη σε αντισώματα μέθοδο ταχείας ανίχνευσης του ιού SARS-CoV-2 χωρίς αιμοληψία που θα μπορούσε να χρησιμεύσει στο μέλλον για την ανίχνευση πολλών ασθενειών.
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Βιομηχανικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου του Τόκιο, διερεύνησαν την ιδέα της δειγματοληψίας και δοκιμής του διάμεσου υγρού ή ιστού (ISF), το οποίο βρίσκεται στα στρώματα της επιδερμίδας και του χορίου του ανθρώπινου δέρματος, για την ανίχνευση του κορονοιού.
Πρόκειται για ένα διάλυμα που περιβάλλει τα κύτταρα των πολυκύτταρων οργανισμών, αποτελώντας το κύριο συστατικό του εξωκυτταρικού υγρού, το οποίο περιλαμβάνει επίσης πλάσμα και διακυτταρικό υγρό.
Αν και τα επίπεδα αντισωμάτων στο ISF είναι περίπου 15%-25% συγκριτικά με αυτά του αίματος, είναι εφικτή η ανίχνευση αντισωμάτων κατά του SARS-CoV-2 IgM/IgG και έτσι το ISF θα μπορούσε να λειτουργήσει ως άμεσο υποκατάστατο της δειγματοληψίας αίματος.
Στην πράξη οι ερευνητές ανέπτυξαν βιοδιασπώμενες πορώδεις μικροβελόνες από πολυγαλακτικό οξύ που αντλεί το ISF από το ανθρώπινο δέρμα και στη συνέχεια κατασκεύασαν έναν βιοαισθητήρα ανοσοπροσδιορισμού με βάση το χαρτί για την ανίχνευση ειδικών αντισωμάτων για τον SARS-CoV-2. Ενσωματώνοντας αυτά τα δύο στοιχεία δημιούργησαν ένα συμπαγές έμπλαστρο ικανό να ανιχνεύει επιτόπου τα αντισώματα μέσα σε 3 λεπτά (αποτέλεσμα από δοκιμές in vitro).
Οι ερευνητές υποστηρίζουν πως αυτό το νέο τεστ ανίχνευσης έχει μεγάλες δυνατότητες για τον γρήγορο έλεγχο της COVID-19, αλλά και πολλών άλλων μολυσματικών ασθενειών και είναι ασφαλές και αποδεκτό από τους ασθενείς. Επίσης μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αναπτυγμένες και αναπτυσσόμενες χώρες, αποτελώντας βασικό «εργαλείο» για την παγκόσμια διαχείριση των μολυσματικών ασθενειών.