Ανθρωποκτονία από αμέλεια «βλέπουν» συγγενείς νεκρού από κορωνοϊό στην Πάτρα

Απόφαση η οποία ανατρέπει τη διαδικασία, κατά την οποία δεν διενεργείται νεκροψία – νεκροτομή σε ανθρώπους που πέθαναν λόγω επιπλοκών του Covid – 19, με την αιτιολογία ότι υπάρχει κίνδυνος διαφοράς του ιού, εξέδωσε το Εφετείο της Πάτρας. Όπως αναφέρεται σε αυτή, οι νεκροψίες – νεκροτομές θα πρέπει να διενεργούνται όπως συνέβαινε και στο παρελθόν, καθώς αυτή είναι η μόνη οδός για να εξακριβωθούν τα ακριβή αίτια του θανάτου, εάν δηλαδή πράγματι επρόκειτο για επιπλοκές του κορονοϊού ή αν οφειλόταν σε κάποια ιατρική πλημμέλεια.

Με το υπ’αριθμ. 77/2021 βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Πατρών, η ελληνική Δικαιοσύνη ανέτρεψε προηγούμενη απόφαση του οικείου Συμβουλίου Πλημμελειοδικών, το οποίο είχε αποφανθεί, αποδεχόμενο και την θέση της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας, ότι δεν είναι αναγκαία η διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομής, λόγω κινδύνου διασποράς του κορονοϊού. Ωστόσο, το Εφετείο έκρινε πως η τελευταία απόφαση δεν είναι εμπεριστατωμένη ως προς το βασικό επιχείρημα ότι δηλαδή, η διενέργεια νεκροτομής δεν θα επέφερε κάποια αλλαγή στη διάγνωση της αιτίας θανάτου, η οποία είχε αποδοθεί, όπως αναφέρθηκε, από τους θεράποντες γιατρούς.

Αναφέρουν οι εφέτες σχετικά: “η διενέργεια νεκροψίας-νεκροτομής είναι αναγκαία ανακριτική πράξη για τη διερεύνηση της καταμηνυθείσας αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, αφού γενικά το πόρισμα της νεκροψίας-νεκροτομής ουσιαστικά συμβάλλει στην υποβοήθηση του έργου των εισαγγελικών-δικαστικών αρχών σε ειδικά επιστημονικά ζητήματα και δη ιατρικά που ανακύπτουν κατά τη διερεύνηση ενός θανάτου. Το τι αποδεικτικά στοιχεία θα εισφέρει εν προκειμένω η νεκροψία – νεκροτομή, δηλ. αν θα επιβεβαιώσει ή όχι την αναγραφόμενη στο πιστοποιητικό θανάτου αιτία θανάτου του … («λοίμωξη αναπνευστικού COVID+ (θετικό) – αναπνευστική ανεπάρκεια – σκλήρυνση κατά πλάκας»), μόνο με τη διενέργεια της ανωτέρω πράξης [νεκροψίας-νεκροτομής] μπορεί να καταδειχθεί”. Σχετικά με τον κίνδυνο διασποράς μέσω της νεκροψίας, που επικαλέστηκε το Πλημμελειοδικείο, το Συμβούλιο επεσήμανε πως εφόσον τηρούνται όλα τα υγειονομικά πρωτόκολλα και οι Οδηγίες του ΕΟΔΥ, μπορεί να διενεργηθεί νεκροψία – νεκροτομή, σε έναν άνθρωπο που νοσούσε από Covid 19 και έτσι ελαχιστοποιείται ο επικαλούμενος από την Προϊσταμένη της Ιατροδικαστικής Υπηρεσίας Πατρών, κίνδυνος διασποράς του κορωνοϊού”.

Το ζήτημα συζητήθηκε μόλις τον περασμένο Μάρτιο, λίγες ημέρες μετά το θάνατο του 41χρονου άνδρα και κατόπιν αιτήματος των συγγενών του. Όπως εξηγεί στην έφεσή του ο αντισαγγελέας Εφετών, Ιω. Πενταγιώτης, “χωρίς τη διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομής είναι αδύνατο να εξακριβωθούν τα ακριβή αίτια του θανάτου του, αν δηλαδή ήταν αποτέλεσμα του κορωνοϊού ή αν πέθανε από άλλη αιτία με κορωνοϊό, αν του δόθηκε η κατάλληλη ιατρική αγωγή και φροντίδα, αν υπήρχε οποιαδήποτε πλημμέλεια, ως προς τη νοσηλεία του. Το προσβαλλόμενο βούλευμα εσφαλμένα θεώρησε ότι αρκεί το πιστοποιητικό θανάτου που υπέγραψαν οι θεράποντες ιατροί του ότι ο 41χρονος απεβίωσε από λοίμωξη αναπνευστικού COVID και αναπνευστική ανεπάρκεια. Ο … νοσηλευόταν με αυτές τις αιτίες, όμως χωρίς να έχει γίνει νεκροψία – νεκροτομή πως οι ιατροί που συνέταξαν το ως άνω πιστοποιητικό είναι σίγουροι για την αιτία θανάτου;”.

Ο εισαγγελικός λειτουργός καταλήγει δε, ότι σύμφωνα με την απόφαση του Συμβούλιο Πλημμελιοδικών, πριν την Covid εποχή, δεν θα έπρεπε να γίνονται νεκροψίες, αφού η Δικαιοσύνη θα μπορούσε να αρκεστεί στην κρίση των γιατρών, ιδίως αν υπήρχε φόβος διασποράς άλλων ιών. Λέει χαρακτηριστικά: “Μα τότε σε κάθε ερευνώμενη περίπτωση θανατηφόρας ιατρικής αμέλειας θα μας αρκούσαν οι διαβεβαιώσεις των ιατρών για τα αίτια θανάτου και δεν θα χρειάζονταν νεκροψίες, οι οποίες διατάσσονται από την Εισαγγελία ακριβώς για να διακριβωθούν τα όποια αίτια ιατρικής αμέλειας» συμπληρώνει και καταλήγει: «Καθίσταται σαφές ότι ο μόνος τρόπος να διερευνηθεί η υπό κρίση υπόθεση του θανάτου είναι μόνο με νεκροψία – νεκροτομή η οποία θα μας δείξει τις ακριβείς συνθήκες θανάτου του και κατά συνέπεια το Συμβούλιο σας πρέπει να κάνει δεκτή τυπικά και ουσιαστικά την υπό κρίση έφεσή μας και να επιτρέψει τη νεκροψία – νεκροτομή στο σώμα του”.

Ο γολγοθάς των συγγενών

Από τη συγκεκριμένη δικαστική κρίση του Εφετείου Πάτρας φαίνεται παράλληλα, και ο γολγοθάς που βιώνουν οι συγγενείς πολιτών που πάσχουν από Covid-19 σε μία περίοδο δε, που τα νοσοκομεία και το νοσηλευτικό προσωπικό ήταν ιδιαίτερα πιεσμένο από την διασπορά του ιού.

Στη μήνυση των συγγενών του 41χρονου ασθενή, στο πλαίσιο της οποίας ζητήθηκε η διενέργεια νεκροψίας – νεκροτομής, φτάνοντας μέχρι το Συμβούλιο Εφετών, αναφέρονται οι δυσκολίες που μητέρα και σύζυγος του άτυχου άνδρα αντιμετώπισαν όταν έφτασαν στο νοσοκομείο, μόνο για να ενημερωθούν ότι τελικά ο 41χρονος είχε αποβιώσει. “Απροσδόκητα κατά την άφιξή μας, αφού μας ταλαιπώρησαν μέχρι να βρούμε τον αρμόδιο ιατρό, μας ενημέρωσε η κα (…) περί τις 21:20 ότι ο αποβιώσας έχασε τον αγώνα για τη ζωή του. Για την ακρίβεια μας ρώτησε «τι κάνετε εδώ» και απάντησε η δεύτερη εξ ημών ότι ήρθαμε να πάρουμε το παιδί για να το πάμε στο Ρίο. Τότε η κα (…) μας είπε «Δεν τα μάθατε, δυστυχώς έχασε τον αγώνα» και η δεύτερη εξ ημών ρώτησε, «Έχασε το παιδί μου τη ζωή του και δεν ενημερώθηκε κανένας» και μας απάντησε ότι κάλεσαν τη μητέρα στο τηλέφωνο». Μάλιστα, όπως περιγράφουν στη μήνυση, όταν την επόμενη ημέρα η σύζυγος του 41χρονου πήγε ξανά στο νοσοκομείο για να παραλάβει το πιστοποιητικό θανάτου, αυτό έγραφε επάνω πως η ώρα θανάτου ήταν στις 22.01, δηλαδή 40 λεπτά μετά την ανακοίνωση του θανάτου του στους συγγενείς του.

«Εν ολίγοις, μέσα σε πολύ λίγη ώρα, και ενώ ήταν έτοιμη η μεταφορά του στο Ρίο, την οποία επιδιώξαμε και πετύχαμε ακριβώς λόγω των αθλίων και υπόπτων συνθηκών νοσηλείας του στον Πύργο, ο άνθρωπος μας διασωληνώθηκε και αμέσως σχεδόν μετά πέθανε. Ενώ μέχρι την τελευταία στιγμή όχι απλώς επικοινωνούσε με την οικογένειά του και επιβεβαίωνε την καλή σε γενικές γραμμές κατάσταση της υγείας του, αλλά έστελνε γραπτά μηνύματα και οπτικό υλικό που επιβεβαίωνε κατά τα άνω την καλή αυτή κατάσταση της υγείας του. Είναι δε γνωστές στην ιατρική κοινότητα, και όχι μόνον, οι προϋποθέσεις και τα επιστημονικά εκείνα δεδομένα που επιβάλλουν και μετά ταύτα νομιμοποιούν τη διασωλήνωση, ως έσχατη ιατρική πράξη παροχής βοήθειας και διάσωσης ενός ασθενή. Το οξυγόνο είναι ένα εξ αυτών, μεταξύ άλλων, όπως όλως ενδεικτικά τα αέρια του αίματος. Το “99” όχι απλώς δεν δικαιολογεί την διασωλήνωση, ούτε μπορεί να γίνει η αποδεκτή η πτώση κατά 29 μονάδες μέσα σε ελάχιστα λεπτά (από 99 σε 70, όπως “ενημερωθήκαμε”), πολλώ μάλλον όταν η “πτώση” αυτή συμπίπτει χρονικά με την επικείμενη μεταφορά του σε άλλο νοσοκομείο, την οποία ο ίδιος και η οικογένειά του επεδίωξαν και πέτυχαν και με μεγάλη προσμονή ανέμεναν» επισημαίνεται στη μήνυση.