Σοβαρή προσβολή στη νεφρική λειτουργία προκαλεί η λοίμωξη από κορωνοϊό, αυξάνοντας τα περιστατικά που λόγω επιπλοκών χρειάζονται αιμοκάθαρση.
Το 20-40% των ασθενών με τον νέο κορωνοϊό υφίστανται οξεία προσβολή των νεφρών τους και πρόσφατα δεδομένα δείχνουν ότι η αποθεραπεία καθυστερεί σε κάποιες περιπτώσεις, ενώ σε άλλα περιστατικά, οι επιπλοκές οδηγούν στην ανάγκη αιμοκάθαρσης.
Αυτό τονίζει η Ναγιάρα Αζινιέιρα Νομπρέγκα Κρούς, ερευνήτρια του Ομοσπονδιακού Πανεπιστημίου του Σαν Πάολο της Βραζιλίας, ως πρώτη συγγραφέας μελέτης για τις επιπτώσεις της COVID – 19 στη νεφρική λειτουργία, καθώς ο ιός προσδένεται στον οργανισμό μέσω των υποδοχέων αγγειοτασίνης.
Η προοπτική αύξησης του αριθμού των περιπτώσεων σοβαρών νεφρικών τραυματισμών λόγω της πανδημίας του COVID-19 αποτελεί σοβαρή ανησυχία, σύμφωνα με την καθηγήτρια Ντούλτσε Ελένα Κασαρίνι, επίσης συγγραφέα της μελέτης, η οποία επεσήμανε πως «Εάν η ζήτηση για αιμοκάθαρση αυξάνεται τώρα, μπορεί να δούμε αύξηση της ζήτησης για μεταμόσχευση νεφρού σύντομα».
Στην έρευνα που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Frontiers in Physiology μετείχε επίσης ο επικεφαλής του Νεφρολογικού νοσοκομείου του Πανεπιστημίου του Σαν Πάολο και μέλος του Κέντρου Αντιμετώπισης Κορωνοϊού της Κυβέρνησης του Σαν Πάολο. Η μελέτη διερευνά τους μηχανισμούς με τους οποίους ο SARS-CoV-2 βλάπτει τα νεφρά, με στόχο να αποτελέσει ενδεχομένως τη βάση για περαιτέρω έρευνα στην αναζήτηση θεραπειών, την πρόληψη σοβαρών νεφρικών προβλημάτων, ακόμη και χρόνιας νεφρικής νόσου σε ασθενείς με COVID-19.
Σύμφωνα με τη μελέτη, η αλληλεπίδραση με το μετατρεπτικό ένζυμο αγγειοτασίνης 2 (ACE2), όχι μόνο επιτρέπει στον ιό να μολύνει και να αναπαράγεται στα ανθρώπινα κύτταρα, αλλά μπορεί να προκαλέσει σημαντική ανισορροπία στο σύστημα ρενίνης-αγγειοτασίνης, το οποίο ρυθμίζει την αρτηριακή πίεση του αίματος, καθώς επίσης και το σύστημα καλλικρεΐνης-κινίνης, το οποίο εκτός του ότι εμπλέκεται στον έλεγχο της αρτηριακής πίεσης, εμπλέκεται και στη διαδικασία της φλεγμονής και σε άλλες διαδικασίες.
Η βλάβη των βιολογικών λειτουργιών του ACE2 μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της ροής του αίματος στα νεφρά και μείωση στο ρυθμό σπειραματικής διήθησης (GFR), αλλάζοντας την ικανότητα των νεφρών να αποβάλλουν μεταβολίτες που γίνονται τοξικοί σε υπερβολικές ποσότητες. Μπορεί επίσης να αυξήσει την αγγειοσυστολή στα νεφρά, οδηγώντας σε επιδείνωση της νεφρικής λειτουργίας.
Ένα άλλο μέρος της μελέτης, που ανέλυσε δεδομένα μόλυνσης από SARS-CoV-2 σε εγκύους και τον ρόλο του ACE2 στον πλακούντα, δημοσιεύτηκε επίσης πρόσφατα στο Clinical Science. Έδειξε ότι οι έγκυοι που είχαν προσβληθεί από τον κορωνοϊό διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν προεκλαμψία, μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από επίμονη υψηλή αρτηριακή πίεση που μπορεί να προκαλέσει σοβαρή βλάβη στη μητέρα και το μωρό.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Υγείας της Βραζιλίας, ο αριθμός των μεταμοσχεύσεων νεφρού που πραγματοποιήθηκαν στη Βραζιλία ήταν κατά μέσο όρο μεταξύ 2017 και 2019, ήταν λίγο πάνω από 5.900 ετησίως, αλλά η λίστα αναμονής αυξήθηκε από 28.351 άτομα σε 29.554 άτομα την ίδια περίοδο.
Επιπλέον, έρευνα διεθνούς ομάδας επιστημόνων που δημοσιεύτηκε στο Journal of the American Society of Nephrology, χρησιμοποιώντας δεδομένα από τις Ηνωμένες Πολιτείες έδειξε ότι 7/10.000 ασθενείς με ήπιο ή μέτριο COVID-19 ασθενείς χρειάστηκαν αιμοκάθαρση ή μεταμόσχευση νεφρού μεταξύ Μαρτίου 2020 και Μαρτίου 2021. Μεταξύ μη νοσηλευόμενων ασθενών, ο κίνδυνος οξείας νεφρικής βλάβης εντός έξι μηνών από τη μόλυνση ήταν 23% υψηλότερος από ό, τι μεταξύ των ατόμων που δεν μολύνθηκαν.