
Για ποια νόσο οι ΗΠΑ κόβουν τη χρηματοδότηση παγκοσμίως – Την ώρα που η έρευνα προχωρά
Μια ετήσια δόση εμβολίου που στοχεύει στην προστασία από τον ιό HIV πέρασε με επιτυχία τη φάση Ι των δοκιμών, σύμφωνα με νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο The Lancet. Η ουσία του εμβολίου, η λενακαπαβίρη, εμποδίζει τον ιό να αναπαραχθεί μέσα στα κύτταρα.
Εάν οι μελλοντικές δοκιμές εξελιχθούν επιτυχώς μετά την αρχική δοκιμή ασφάλειας, η συγκεκριμένη απλή θεραπεία θα μπορούσε να αποτελέσει τη μακροβιότερη διαθέσιμη μορφή πρόληψης του HIV.
Επί του παρόντος, συστήνεται η προφυλακτική αντιρετροϊκή αγωγή (Pre Exposure Prophylaxis – PrEP) είτε σε καθημερινά χάπια ή σε ενέσιμα κάθε οκτώ εβδομάδες, για να μειωθεί ο κίνδυνος. Τα δισκία PrEP είναι εξαιρετικά αποτελεσματικά, αλλά η καθημερινή λήψη τους μπορεί να είναι δύσκολη για ορισμένα άτομα.
Αποτελεσματική έως και ένα χρόνο
Για τη δοκιμή τους, οι ερευνητές χορήγησαν σε 40 άτομα που δεν νοσούσαν από τον ιό HIV μια ένεση με λενακαπαβίρης στους μύες, χωρίς σημαντικές παρενέργειες ή ανησυχίες για την ασφάλεια. Έπειτα από 56 εβδομάδες, το φάρμακο ήταν ακόμη ανιχνεύσιμο στον οργανισμό τους. Στις μελλοντικές δοκιμές, ωστόσο, θα πρέπει να συμπεριληφθούν συμμετέχοντες με διαφορετικά χαρακτηριστικά, τονίζουν οι ερευνητές.
Παρόλα αυτά, «η ετήσια χορήγηση λενακαπαβίρης έχει τη δυνατότητα να μειώσει περαιτέρω τα σημερινά εμπόδια στην χορήγηση της PrEP, αυξάνοντας την αποδοχή, την επιμονή στη θεραπεία, αλλά και τη δυνατότητα της PrEP».
Ο Richard Angell, από τη φιλανθρωπική οργάνωση Terrence Higgins Trust HIV, δήλωσε: «Η PrEP, όταν λαμβάνεται ως καθημερινό χάπι, έχει αλλάξει τα δεδομένα στην πρόληψη του ιού HIV. Η προοπτική μιας ετήσιας ενέσιμης PrEP, που θα προσφέρει ασφαλή και μακροχρόνια προστασία, είναι πραγματικά συναρπαστική και μπορεί να φέρει μια μεγάλη αλλαγή. Τα πρώτα αποτελέσματα είναι ενθαρρυντικά, καθώς δείχνουν ότι η ενέσιμη PrEP ενδεχομένως να παραμένει αποτελεσματική για έως και 12 μήνες. Τώρα είναι η στιγμή να προετοιμαστούμε για τη διάθεσή της και να εξασφαλίσουμε την απαραίτητη χρηματοδότηση για τις κλινικές σεξουαλικής υγείας, ώστε να γίνει ευρέως διαθέσιμη».
Το επικίνδυνο «πισωγύρισμα» των ΗΠΑ
Παρότι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), το Παγκόσμιο Ταμείο και το Κοινό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για τον HIV και το AIDS (UNAids) εργάζονται πάνω σε στρατηγικές για τον τερματισμό της επιδημίας του HIV έως το 2030, οι οποίες περιλαμβάνουν τη βελτίωση της πρόσβασης σε φάρμακα όπως η PrEP, ένα βήμα πίσω φαίνεται ότι πάνε οι ΗΠΑ.
Μεγάλος μέρος της εξάλειψης του ιού και της αντιμετώπισης των επιδημιών παγκοσμίως οφείλεται στο ρόλο του Προεδρικού Σχεδίου Έκτακτης Ανάγκης για την Ανακούφιση από το AIDS (Pepfar), το οποίο θεσπίστηκε από τον Τζορτζ Μπους το 2003. Το Pepfar αντιπροσωπεύει σήμερα περίπου το 70% της συνολικής χρηματοδότησης για την παγκόσμια αντιμετώπιση του ιού HIV. Αποτέλεσε, μάλιστα, ένα σπάνιο παράδειγμα επιτυχημένης διακομματικής υποστήριξης εντός των ΗΠΑ.
Με την προεδρία του Ντόναλντ Τραμπ και τις σαρωτικές αλλαγές σε διαφορετικά υπουργεία, ανάμεσα τους και το Υγείας, το Pepfar συμπεριλήφθηκε στις περικοπές δαπανών. Οι δαπάνες για τον HIV στο πλαίσιο του Pepfar συμπεριλήφθηκαν στο αρχικό πάγωμα των επιχορηγήσεων βοήθειας που επιβλήθηκε με εκτελεστικό διάταγμα. Στις 27 Φεβρουαρίου, κυκλοφόρησε η είδηση ότι ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάρκο Ρούμπιο, είχε υπογράψει περικοπές που αφορούσαν περισσότερο από το 90% των επιχορηγήσεων USAid, συμπεριλαμβανομένου του τερματισμού της παγκόσμιας χρηματοδότησης των ΗΠΑ για τον HIV. Τα προγράμματα που χρηματοδοτούνταν από την Pepfar στη Νότια Αφρική τερματίστηκαν με άμεση ισχύ. Στην UNAids εστάλη επιστολή που επιβεβαίωνε ότι οι ΗΠΑ σταματούσαν τη χρηματοδότησή τους προς την οργάνωση.
Πρόκειται για μια αξιοσημείωτη πτώση για έναν οργανισμό που στο τέλος του 2024 χρηματοδοτούσε τη θεραπεία περισσότερων από 20 εκατομμυρίων ανθρώπων (συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 560.000 παιδιών) σε 55 χώρες, υποστήριζε πάνω από το 90% της χρήσης της προ-εκθετικής προφύλαξης για την πρόληψη νέων λοιμώξεων, χρηματοδοτούσε τις εξετάσεις 83,8 εκατομμυρίων ανθρώπων το 2024 (από 71 εκατομμύρια το προηγούμενο έτος) και υποστήριζε άμεσα 342.000 εργαζόμενους στον τομέα της υγείας σε όλο τον κόσμο.
Όπως σχολιάζει ο Δρ. Michael Jennings, Καθηγητής Παγκόσμιας Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου, «το πρόγραμμα συνέβαλε καθοριστικά στο να δοθεί η δυνατότητα στους πάσχοντες από τον ιό να ζήσουν μια πλήρη, ενεργή ζωή και συνέβαλε σε σημαντικές μειώσεις του αριθμού των ατόμων που μολύνθηκαν πρόσφατα. Με μια κίνηση της πένας, αυτή η πρόοδος όχι απλώς απειλήθηκε, αλλά αντιστράφηκε».
Πήγη: ygeiamou.gr