Δικαστικός πραγματογνώμων: Τα μέτρα ασφαλείας δεν ήταν σε λειτουργία από το 2004

«Τα μέτρα ασφαλείας για την ηλεκτρονική επιτήρηση των γραμμών δεν ήταν σε λειτουργία από το 2004. Προφανώς, δεν θα έπρεπε να λειτουργούν οι συρμοί» τόνισε ο δικαστικός πραγματογνώμων τροχαίων ατυχημάτων, Γρηγόρης Μιχαλόπουλος.

Μιλώντας στο MEGA για το τραγικό δυστύχημα στα Τέμπη τόνισε τα εξής:

«Πρέπει να σταθούμε πως υπάρχουν κάποιες οδηγίες για τα θέματα ασφάλειας των γραμμών πέρα από το ανθρώπινο λάθος. Η εξάλειψη του ανθρώπινου λάθους δεν είναι ένας τυχαίος παράγοντας. Ο κανονισμός λειτουργίας είναι πολύ συγκεκριμένος. Τα μέτρα ασφαλείας για την ηλεκτρονική επιτήρηση των γραμμών δεν ήταν σε λειτουργία από το 2004. Προφανώς, δεν θα έπρεπε να λειτουργούν οι συρμοί».

«Αψυχολόγητη, λανθασμένη και επικίνδυνη» η εντολή που έδωσε ο σταθμάρχης, σύμφωνα με πραγματογνώμονα

Σε ανάλυση των πληροφοριών για τις συνθήκες του δυστυχήματος από τη σύγκρουση τρένων στη Λάρισα προχώρησε νωρίτερα ο πραγματογνώμονας Σιδηροδρομικών Ατυχημάτων, Αναστάσιος Δέδες, ο οποίος χαρακτήρισε «αψυχολόγητη, λανθασμένη και επικίνδυνη» την εντολή που έδωσε ο σταθμάρχης στο επιβατικό τρένο να αλλάξει γραμμή και να βρεθεί στην «κάθοδο» όπου εκινείτο ήδη η εμπορευματική αμαξοστοιχία.

«Είναι ξεκάθαρο ότι πρόκειται για ένα ανθρώπινο λάθος σε συνδυασμό με τη μη ύπαρξη των συστημάτων» είπε χαρακτηριστικά στην ΕΡΤ προσθέτοντας ότι «το τρένο έχει ξεκινήσει από Αθήνα, έφτασε στη Λάρισα και από εκεί και πέρα άλλαξε γραμμή κατόπιν εντολής του σταθμάρχη προς τον κλειδούχο και πήγε στη γραμμή η οποία ήταν η γραμμή καθόδου. Αυτή η ενέργεια η οποία έγινε ήταν για μένα εντελώς αψυχολόγητη, λανθασμένη και επικίνδυνη, καθόσον δεν υπήρχε έλεγχος από τον μηχανοδηγό της κίνησης η οποία υπήρχε στην κάθοδο».

Ο ίδιος «έδειξε» τις απομαγνητοφωνήσεις ως το στοιχείο-κλειδί για τα αίτια της τραγωδίας. Όπως είπε είναι «δεδομένο ότι το τραίνο ακολουθούσε λανθασμένη διαδρομή είτε από πρόβλημα που υπήρχε στην γραμμή ανόδου λόγω ρεύματος ή λόγω οποιοδήποτε άλλης αιτίας. Το τρένο, την στιγμή κατά την οποία ξεκίνησε να ανεβαίνει προς τα πάνω, έπρεπε να έχει σήματα στο δρόμο από τα οποία ο μηχανοδηγός να βλέπει εάν η γραμμή είναι ελεύθερη ή όχι».

Ο κ. Δέδες επισήμανε, επίσης, τη μη λειτουργία των φαναριών τα οποία γίνονται είτε πορτοκαλί είτε κόκκινα όταν υπάρχει πρόβλημα: «Τα φανάρια ήταν εκτός λειτουργίας, διότι το σύστημα δεν λειτουργούσε. Δεν είχε αναβαθμιστεί και τεθεί σε λειτουργία, με αποτέλεσμα οι μηχανοδηγοί να επαφίενται στις εντολές των σταθμαρχών και να κινούνται στα τυφλά».

Βάσει των στοιχείων αυτών «υπήρχε ρίσκο τεράστιο» με την κίνηση του τρένου intercity 62 καθώς, όπως περιέγραψε, «έδωσαν εντολή στον μηχανοδηγό να κινηθεί. Ο μηχανοδηγός έφυγε, δεν είχε σήμανση μπροστά του και κινείτο στα τυφλά. Το ίδιο και ο αντίθετα ερχόμενος διότι δεν δούλευε ούτε η άλλη πλευρά».