
Εμμηνόπαυση: Ποιες γυναίκες επιβαρύνει η ορμονοθεραπεία
Η ορμονική υποκατάσταση είναι μία θεραπεία που ανακουφίζει τα συμπτώματα της εμμηνόπαυσης, όπως οι εξάψεις, οι νυχτερινές εφιδρώσεις, η ξηρότητα του κόλπου και οι διαταραχές ύπνου, επαναφέροντας ισορροπία στα επίπεδα οιστρογόνων και προγεστερόνης στο σώμα. Ωστόσο, η ασφάλεια της συγκεκριμένης θεραπείας σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 ήταν μέχρι πρόσφατα αβέβαιη.
Η νέα μελέτη που παρουσιάστηκε στο Annual Meeting της European Association for the Study of Diabetes (EASD), στη Βιέννη, δείχνει ότι ο καρδιαγγειακός κίνδυνος σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 διαφέρει ανάλογα με τον τρόπο χορήγησης της ορμονικής υποκατάστασης. Τα δερματικά επιθέματα φαίνεται να είναι πιο ασφαλή, ενώ τα φάρμακα που λαμβάνονται από το στόμα συνδέονται με υψηλότερο κίνδυνο καρδιοπάθειας και πνευμονικής εμβολής.
Η έρευνα ανέλυσε δεδομένα από 36.855 γυναίκες (μέση ηλικία 59 ετών) που ξεκίνησαν τη θεραπεία ορμονικής υποκατάστασης ή μόνο στατίνες, με παρακολούθηση πέντε ετών, χρησιμοποιώντας ηλεκτρονικούς φακέλους υγείας από τη βάση δεδομένων TriNetX. Οι συμμετέχουσες εξετάστηκαν για πνευμονική εμβολή, φλεβική θρόμβωση, ισχαιμική καρδιοπάθεια, ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο και καρκίνους του μαστού, ωοθηκών και ενδομητρίου.
Τα ευρήματα δείχνουν:
- Τα δερματικά επιθέματα ορμονικής υποκατάστασης φαίνεται να είναι ασφαλή σε γυναίκες με διαβήτη τύπου 2, μειώνοντας τον κίνδυνο ισχαιμικής καρδιοπάθειας κατά 25% σε σύγκριση με γυναίκες που δεν χρησιμοποιούν τα επιθέματα, χωρίς αύξηση του κινδύνου για πνευμονική εμβολή, θρόμβωση βαθιών φλεβών, ισχαιμικό εγκεφαλικό ή καρκίνο μαστού, ωοθηκών ή ενδομητρίου.
- Τα από του στόματος σκευάσματα ορμονικής υποκατάστασης διπλασιάζουν τον κίνδυνο πνευμονικής εμβολής και αυξάνουν κατά 21% τον κίνδυνο ισχαιμικής καρδιοπάθειας σε σχέση με τα δερματικά επιθέματα ορμονικής υποκατάστασης.
- Δεν παρατηρήθηκαν διαφορές μεταξύ των μεθόδων χορήγησης για φλεβική θρόμβωση, ισχαιμικό εγκεφαλικό ή καρκίνους σχετιζόμενους με οιστρογόνα (μαστού, ωοθηκών ή ενδομητρίου).
Οι ερευνητές εξηγούν ότι οι διαφορές πιθανόν οφείλονται στον τρόπο απορρόφησης της οιστραδιόλης: τα από του στόματος σκευάσματα περνούν πρώτα από το ήπαρ, επηρεάζοντας την ισορροπία μεταξύ παραγόντων πήξης και αντιπηκτικών πρωτεϊνών, ενώ τα δερματικά επιθέματα απορροφώνται απευθείας στην κυκλοφορία του αίματος.
«Η απόφαση για της θεραπείας της ορμονικής υποκατάστασης, ακόμα και για λίγο χρονικό διάστημα, δεν είναι εύκολη. Τα δεδομένα μας βοηθούν τις γυναίκες με διαβήτη τύπου 2 και τους γιατρούς τους να επιλέγουν τον κατάλληλο τύπο της θεραπείας, ζυγίζοντας τα οφέλη και τους πιθανούς κινδύνους», σημειώνει ο επικεαφλής της μελέτης, Dr. Matthew Anson.
Συμπέρασμα
Η έρευνα αναδεικνύει τη σημασία της προσαρμοσμένης χορήγησης τη ορμονικής υποστάστασης για γυναίκες με διαβήτη τύπου 2. Τα δερματικά επιθέματα φαίνεται να είναι πιο ασφαλή, ενώ τα από του στόματος σκευάσματα συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο πνευμονικής εμβολής και καρδιοπάθειας. Οι γυναίκες και οι γιατροί τους θα πρέπει να εξετάζουν προσεκτικά τη μορφή και τη διάρκεια της θεραπείας, λαμβάνοντας υπόψη την καρδιαγγειακή υγεία και τα προσωπικά χαρακτηριστικά κάθε ασθενούς.
Πηγή: ygeiamou.gr

