Επιστολή από τους γονείς της Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης στο υπουργείου Παιδείας

Επιστολή στην υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Νίκη Κεραμέως και την υφυπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων, Ζέτα Μακρή απέστειλε ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης για τα όσα διαδραματίζονται στον χώρο της εκπαίδευσης λόγω της πανδημίας.

Η επιστολή στάλθηκε στο υπουργείο με αφορμή την ανάδειξη των προβληματισμών των γονέων αλλά και για να υποβάλλει προτάσεις στο πλαίσιο μιας ασφαλούς ανάκαμψης για την επικείμενη επαναφορά στη δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία.

Αναλυτικά η επιστολή

Προς: 
1. Την Υπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κυρία Νίκη Κεραμέως
2. Την Υφυπουργό Παιδείας και Θρησκευμάτων κυρία Ζέτα Μακρή

Κοινοποίηση:
1. Γραφείο Πρωθυπουργού

Θέμα: Στρατηγική ασφαλούς ανάκαμψης και προτεραιοποίηση για την επικείμενη επαναφορά στη δια ζώσης εκπαιδευτική διαδικασία.

Αξιότιμες κυρίες Υπουργοί,

Πριν από ένα χρόνο, η κυβέρνηση με την επικουρία των ειδικών επιστημόνων αποφάσισε – έγκαιρα και πριν η πανδημία του νέου κορωνοϊού ξεφύγει ανεξέλεγκτη στην κοινωνία – να κλείσει σχεδόν το σύνολο της κοινωνικής και οικονομικής δραστηριότητας. Μια προσπάθεια την οποία στηρίξαμε όλοι μας, αποφασισμένοι, ενωμένοι και υπεύθυνα ώστε να νικήσουμε έναν εχθρό, ο οποίος από ότι φαίνεται δεν είναι και τόσο ευκαιριακός επισκέπτης στον πλανήτη μας και θα είναι μαζί μας – με διαφορετική, αλλά άγνωστη ακόμη ένταση – για σημαντικό χρονικό διάστημα ακόμη. Η αντίδραση της Πολιτείας ήταν άμεση, γρηγορότερη από την αντίστοιχη άλλων χωρών και με την ψυχραιμία που παρέχει η χρονική απόσταση, κρίνεται και απόλυτα δικαιολογημένη: Ο ιός ήταν εν πολλοίς άγνωστος, τα επιμέρους στοιχεία του (μεταδοτικότητα, θνησιμότητα, τρόπος «συμπεριφοράς») ήταν υπό διερεύνηση και συνεπώς η αρχική αντίδραση φαντάζει αυτονόητη: κλείσιμο δραστηριοτήτων, προφύλαξη με περιορισμό μετακινήσεων και σχεδιασμός πλάνου διαχείρισης της πανδημίας και προγράμματος ανάκαμψης των δραστηριοτήτων. 

Από τη στιγμή που έκλεισαν τα σχολεία τόσο τον Μάρτιο όσο και τον Νοέμβριο του 2020, αυτό που απασχολούσε εμάς τους γονείς ήταν δυο κυρίως ζητήματα: Το πρώτο ήταν πώς θα λειτουργήσει το εκπαιδευτικό σύστημα με το μοντέλο της εξ αποστάσεως διδασκαλίας, όχι μόνο γιατί μαθητές και εκπαιδευτικοί κλήθηκαν να λειτουργήσουν κάτω από ένα διαφορετικό και πρωτόγνωρο πλαίσιο, αλλά περισσότερο γιατί με την εξ αποστάσεως εκπαίδευση δεν εξασφαλίζονται ισότιμοι και ισοδύναμοι όροι συμμετοχής σε αυτήν για όλους τους μαθητές (η τηλεκπαίδευση είναι μια δύσκολη εξίσωση και δεν έχει την ίδια λύση για όλους). Το δεύτερο ζήτημα ήταν και παραμένει η επιστροφή στο σχολείο. Και αυτό γιατί πρέπει να καταλάβουν όλοι οι εμπλεκόμενοι ότι το σημαντικό δεν είναι απλώς να ανοίξουν τα σχολεία. Το σημαντικό είναι αφού ανοίξουν, να λειτουργήσουν με ασφάλεια τόσο για τους μαθητές, όσο και για τους εκπαιδευτικούς, αλλά και το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο, ώστε να παραμείνουν ανοιχτά για όλη τη διάρκεια του σχολικού έτους. Για να επιτευχθεί αυτό, πρέπει όλα τα μέλη της σχολικής κοινότητας (εκπαιδευτικοί, μαθητές, γονείς και φυσικά η Πολιτεία) να λειτουργούν με σύνεση και απόλυτο συντονισμό ως προς την ευθύνη που αντιστοιχεί στον καθένα.

Η αναστολή λειτουργίας των σχολικών μονάδων στο σύνολό τους τον περασμένο Νοέμβριο η οποία έκλεισε ένα διάστημα πέντε μηνών, δημιούργησε μια νέα πραγματικότητα για τα παιδιά, τους γονείς, τους δασκάλους αλλά και μια νέα σειρά από προβλήματα – οικογενειακού προγραμματισμού, εκπαιδευτικού συντονισμού, ψυχολογικής επιβάρυνσης – που καλούνται να διαχειριστούν αποκλειστικά γονείς και εκπαιδευτικοί και τα οποία καθίστανται πιο έντονα όσο παρατείνεται η παρούσα κατάσταση, καθώς η εξ αποστάσεως διδασκαλία δεν αναπληρώνει την εκπαιδευτική διαδικασία που υλοποιείται με τη δια ζώσης λειτουργία του σχολείου, πολλώ δεν μάλλον όταν αυτή πραγματοποιείται για διάφορους λόγους σε ορισμένες περιπτώσεις με εμφανείς τεχνικούς περιορισμούς, γεγονός το οποίο αναγκάζει τους μαθητές να λαμβάνουν ακόμη λιγότερο μαθησιακό αποτέλεσμα.

Και αν η συνεχιζόμενη μέσω τηλεκπαίδευσης διδασκαλία συνεχίζεται εδώ και περίπου πέντε μήνες (με αποκλίσεις ανάλογα την βαθμίδα) και οι αριθμοί αποδεικνύουν ότι μαθητές και μαθήτριες έχουν χάσει τα 2/3 της σχολικής χρονιάς από τη δια ζώσης διδασκαλία, η αλήθεια είναι ότι έχουν χαθεί πολλά περισσότερα στο επίπεδο της ψυχολογίας των παιδιών, της κοινωνικοποίησής τους και της ενεργής λειτουργίας στο πλαίσιο μιας πραγματικής ομάδας. Τώρα πια, αν θέλει κάποιος να αποτυπώσει τις συνέπειες της COVID19 στην εκπαίδευση, δεν μπορεί να αρκεστεί στις απώλειες μάθησης, καθώς οι ψυχολογικές και συναισθηματικές συνέπειες είναι ιδιαιτέρως σημαντικές. Τα κλειστά σχολεία δεν επιβαρύνουν μόνο τα παιδιά, αλλά και τους γονείς. Είναι πολύ δύσκολο να λειτουργήσει μια οικογένεια, όταν τα παιδιά βρίσκονται 24 ώρες το 24ωρο μέσα στο σπίτι. Ακόμα δυσκολότερες είναι οι συνθήκες όταν οι γονείς οφείλουν να τηλεργαστούν, ενώ υπάρχουν παιδιά μικρής ηλικίας που πρέπει να παρακολουθήσουν διδασκαλία με τηλεκπαίδευση.

Σήμερα, [λίγες ημέρες] μετά το άνοιγμα των Λυκείων και με αβέβαιο ορίζοντα έναρξης για τα Γυμνάσια και τα Δημοτικά, διαπιστώνουμε την ωριμότητα με την οποία διαχειρίζονται την κατάσταση και τα νέα μέτρα μαθητές, γονείς και εκπαιδευτικοί. Και διαπιστώνουμε επίσης ότι δεν έχει σημασία μόνο τι θα ανοίξουμε, αλλά με ποια συμπεριφορά. Έχει υποστηριχθεί η άποψη από επιστήμονες ότι μια ελεγχόμενη αποσυμπίεση των περιοριστικών μέτρων σε κάποια σημεία, όπως στα σχολεία, θα μπορούσε να λειτουργήσει περισσότερο θετικά και ως προς τη συμμόρφωση του ήδη κουρασμένου πληθυσμού στην τήρηση των μέτρων.

Πιστεύουμε σε κάθε περίπτωση ότι η δια ζώσης εκπαίδευση πρέπει να είναι προτεραιότητα, όταν καθορίζονται τα μέτρα που λαμβάνονται απέναντι στην υγειονομική κρίση και στα προγράμματα ανάκαμψης Η Πολιτεία οφείλει να είναι πιο αποφασιστική σχετικά με το άνοιγμα των σχολείων και να μην αφήσει να περάσει μεγαλύτερο διάστημα εγκλεισμού για τα παιδιά. Και καθώς αναμένουμε να δημιουργηθεί το πολυπόθητο τείχος ανοσίας ως αποτέλεσμα του εμβολιασμού στον πληθυσμό της χώρας, το επικείμενο άνοιγμα των Γυμνασίων και των Δημοτικών θα είναι μια ακόμη ανάσα ελευθερίας σε γονείς και παιδιά. Και αναφερόμενοι στα παιδιά, θα πρέπει να τονίσουμε ότι οι μαθητές όταν λειτουργούν εντός της σχολικής κοινότητας εμφανίζουν μεγαλύτερη υπευθυνότητα και ώριμη συμπεριφορά, κάτι που φάνηκε και από τον τρόπο διενέργειας των self-tests, ενός μέτρου που ήρθε για να μείνει και να εφαρμοστεί και σε άλλες δομές της κοινωνίας μας.

Ως γονείς θα θέλαμε να προτείνουμε ορισμένα συμπληρωματικά μέτρα, κατόπιν των πρώτων συμπερασμάτων από την επαναλειτουργία των Λυκείων:

1. Προτεραιοποίηση στον εμβολιασμό των εκπαιδευτικών και του διοικητικού προσωπικού των σχολικών δομών.
2. Διενέργεια self-tests με την ίδια συχνότητα σε όλα τα μέλη μιας εκπαιδευτικής κοινότητας (εκπαιδευτικό δυναμικό, διοικητικό προσωπικό, μαθητές/τριες και γονείς).
3. Παράδοση στο φαρμακείο (υφιστάμενο κανάλι διανομής) του προηγούμενου self-test που έχει πραγματοποιηθεί από τους/τις μαθητές/τριες ως προϋπόθεση για την παραλαβή του επόμενου self-test (με τον τρόπο αυτό θα διασφαλίζεται η πιστοποίηση/ταυτοποίηση του αποτελέσματος του self-test με το καταχωρημένο στην πλατφόρμα).
4. Διανομή των self-tests και από τις σχολικές μονάδες (ως ένα επιπλέον κανάλι διανομής, πέραν των φαρμακείων).

Για την επικείμενη επαναλειτουργία των Γυμνασίων και των Δημοτικών μετά το Πάσχα θα θέλαμε να επιστήσουμε την προσοχή σας πλέον των ανωτέρω και στα ακόλουθα:

1. Εκπαίδευση των μαθητών, ειδικά των μικρών τάξεων, μέσα από τα σχολεία και από εξειδικευμένο προσωπικό στη διενέργεια των self-tests.
2. Εφαρμογή της εκ περιτροπής διδασκαλίας, όπου είναι απαραίτητο, σύμφωνα με το μοντέλο επαναλειτουργίας των σχολικών μονάδων μετά το πρώτο κύμα της πανδημίας, από τη στιγμή που δεν εφαρμόζεται (αν και είναι απαραίτητο) η μείωση των μαθητών ανά τμήμα ώστε να διασφαλίζεται η σωστή πυκνότητα στις αίθουσες ως ένα ακόμη κύριο μέτρο προστασίας.
3. Ως ελάχιστα επικίνδυνη, αλλά ψυχολογικά πολύ επωφελή την καθιέρωση μιας τακτικής συνάντησης σε εξωτερικό χώρο των μαθητών κάθε τμήματος με το δάσκαλό τους ή διαδοχικώς με κάποιους από τους καθηγητές τους. Εξάλλου, μεταξύ του πλήρους κλεισίματος και του πλήρους ανοίγματος των σχολείων υπάρχουν και άλλες ενδιάμεσες καταστάσεις, όπως η εναλλάξ (ανά εβδομάδα ή ανά μέρα) λειτουργία δια ζώσης εκπαίδευσης και τηλεκπαίδευσης.

Για τις συνέπειες ενός παρατεταμένου εγκλεισμού για τη διαχείριση του οποίου το βάρος έπεσε αποκλειστικά στην πλάτη των γονέων, θα θέλαμε να επισημάνουμε τους εξής προβληματισμούς: 

1. Υπάρχει σχέδιο επαναφοράς στη δια ζώσης μάθηση με ασφάλεια για παιδιά και εκπαιδευτικούς στην πιθανή περίπτωση παράτασης της βεβαρημένης επιδημιολογικής εικόνας της χώρας;
2. Υπάρχει πρόβλεψη για υποστηρικτικά μέτρα για τα παιδιά όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης, ώστε ψυχολογικά, σωματικά, μαθησιακά και κοινωνικά να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν τις συνθήκες εγκλεισμού, στις οποίες ζουν;
3. Η σημασία και η αναγκαιότητα της φυσικής άσκησης για τα παιδιά έχει ληφθεί υπόψη στα προτεινόμενα μέτρα ανάκαμψης;

Θεωρούμε δεδομένο ότι η επιστήμη θα νικήσει τον ιό. Μέχρι να έρθει όμως αυτή η στιγμή, υπάρχουν δομές που χρήζουν της προσοχής όλων, και κυρίως της Πολιτείας, καθώς αφορούν τα παιδιά. Όλοι μας συμφωνούμε ότι το ύψιστο αγαθό που έχουμε υποχρέωση να παρέχουμε στα παιδιά μας είναι η πνευματική θωράκιση, η οποία λειτουργεί ως ασπίδα έναντι των προκλήσεων της σημερινής εποχής. Ας την προστατέψουμε όπως αξίζει τόσο σε αυτήν όσο και στα παιδιά μας.

Για το Διοικητικό Συμβούλιο του
Συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης

Ο Πρόεδρος      Η Γενική Γραμματέας

Ιωάννης Φωτιάδης    Άννα Ψυχογιού