Η ψυχική οδύνη του πολέμου που στιγματίζει τα παιδιά μπορεί να «πληγώσει» ακόμα και την επόμενη γενιά

Ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν τόσο σημαντικός που δεν είναι τυχαίο που αρκετοί αναφέρονται σε αυτόν ως «ο πόλεμος που θα σταματούσε όλους τους πολέμους». Τα θύματα ήταν πολλά και τα ψυχικά τραύματα που άφησε πίσω του ακόμα περισσότερα. Δυστυχώς δεν είναι ο μόνος πόλεμος και ακόμα και σήμερα η οδύνη του πολέμου συνεχίζει να στιγματίζει τον άνθρωπο.

Η έλευση του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου δεν επαλήθευσε ποτέ αυτή την προσδοκία ότι το τέλος των πολέμων είχε έρθει. Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο η εγκαθίδρυση των Ηνωμένων Εθνών συνοδεύτηκε από την ελπίδα ότι μια περίοδος ειρήνης θα ακολουθήσει. Δυστυχώς, από εκείνη την εποχή και μετά η ειρήνη διαταράχθηκε πολλές φορές από μεγάλους πολέμους. Όπως είχε πει ο Στρατηγός και πολιτικός Dwight D. Eisenhower (Ντουάιτ Αϊζενχάουερ) το 1950: «Ο πόλεμος γεννά εκείνες τις συνθήκες που δημιουργούν κι άλλους πολέμους».

Δεν υπάρχουν πολλες εμπειρικές μελέτες σχετικά με την επίδραση του πολέμου στα παιδιά. Ο πόλεμος έχει βία, τρόμο, θάνατο και κοινωνικούς μετασχηματισμούς που δημιουργούν μεγάλες επιδράσεις στην ευζωία όσων εμπλέκονται και ειδικά στα παιδιά. Οι ανισότητες του πολέμου που σχετίζονται με τον θάνατο, τον τραυματισμό στο ξερίζωμα της οικογένειας, την αναγκαστική εκκένωση και μετακίνηση ακόμα και την αστεγία.

Όλα αυτά είναι γνωστό ότι προκαλούν ψυχολογικό τραύμα, ωστόσο υπάρχουν σημαντικές ερωτήσεις σχετικά με τις ψυχολογικές επιπτώσεις του που χρειάζεται να εξερευνηθούν για να στηρίξουμε τα παιδιά τόσο κατά τη διάρκεια της σύγκρουσης όσο μετά το πέρασμα του πολέμου. Πέρα από την περιπλοκότητα της έρευνας αυτής έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες ώστε να καταλάβουμε τον ψυχικό πόνο των παιδιών που έχουν βιώσει τον όλεθρο του πολέμου.

Μια μελέτη που έγινε σε παιδιά και εφήβους μέσα σε 4 μήνες από την απελευθέρωση της στρατιωτικής κατοχής στο Κουβέιτ έφτασε στο συμπέρασμα ότι το 70% των συμμετεχόντων είχαν ήπια ή και σοβαρά συμπτώματα PTSD (μετατραυματικής διαταραχής). Τα παιδιά που είχαν πληγώσει κάποιον κατά την διάρκεια του πολέμου είχαν ακόμα πιο σοβαρά συμπτώματα PTSD.

Ακόμα μελέτη που παρατήρησε τη σχέση μεταξύ της αντίδρασης στο στρες και της χρόνιας έκθεσης σε βία σε παιδιά και εφήβους στο Λίβανο ηλικίας 10 – 16 ετών έδειξε ότι τα συμπτώματα δεν είχαν σχέση με τον αριθμό των τραυμάτων του πολέμου αλλά με τον τύπου των τραυμάτων στον οποίο είχαν εκτεθεί. Είναι πολύ πιθανό να εκδηλώσει κάποιος PTSD όταν έχει πέσει θύμα βίας, έχει πέσει θύμα απαγωγής ή να έχει χάσει ένα αγαπημένο άτομο.

Τα παιδιά που χωρίστηκαν από τους γονείς τους είναι ακόμα πιο πιθανό να υποφέρουν από κατάθλιψη, ωστόσο τα παιδιά που ήταν μάρτυρες βίας έδειξαν ότι είχαν μια πιο φιλοκοινωνική και αλτουιστική συμπεριφορά.
Παρομοίως, οι έφηβοι οι οποίοι έπρεπε να μετακινηθούν μετά τον πόλεμο στην Κροατία ανέφεραν ακόμα μεγαλύτερα επίπεδα PTSD συμπτωμάτων. Ακόμα πιο σοβαρά επίπεδα κατάθλιψης βίωσαν όσοι είχαν εκτεθεί σε στεσογόνους παράγοντες που διέκοψαν τις σχέσεις τους και κατέστρεψαν το δίκτυ κοινωνικής προστασίας τους, όπως είναι ο θάνατος ενός οικογενειακού προσώπου ή φίλου, ο χωρισμός από την οικογένεια ή και η αστεγία.

Μερικές από τις πιο σοβαρές επιδράσεις που σχετίζονται με το στρες σχετίστηκαν με μεγαλύτερες περιόδους προσφυγιάς και με το στρες που σχετίζεται με την γονεϊκή φροντίδα. Ακόμα, μια μελέτη που έγινε πάνω σε έξι παιδιά ηλικίας 6 – 11 ετών στην Παλαιστίνη έδειξε ότι όσα βίωσαν το τραύμα του πολέμου είχαν κατά 72.8% τουλάχιστον ήπια συμπτώματα PTSD και 41% ήπιες με σοβαρές αντιδράσεις. Αυτή η σοβαρότητα του στρες που οφείλεται σε τραύμα πολέμου ήταν ακόμα μεγαλύτερη σε όσους είχαν βιώσει πολλαπλά τραύματα. Όπως αναφέρθηκε και σε άλλες μελέτες, τα αγόρια και τα κορίτσια δεν είχαν διαφορετικές αντιδράσεις αναφορικά με τα συμπτώματα του PTSD.

Το ψυχικό τραύμα μπορεί να επηρεάζει ακόμα και την επόμενη γενιά

Οι εμπειρίες που μπορεί να «κουβαλάει» κάποιος από τον πόλεμο μπορεί να παράγει στρες που οφείλεται σε συμπτώματα τα οποία επιμένουν για χρόνια και μπορεί να περάσουν ακόμα και στην επόμενη γενιά. Μια μελέτη έδειξε ότι οι βετεράνοι πολέμου με PTSD μπορεί να επηρεάσουν την ψυχική υγεία των απογόνων τους ακόμα και 40 χρόνια μετά από το τραύμα που δημιουργήθηκε στον πόλεμο. Τα ενήλικα παιδιά των βετετάνων του πολέμου έδειξαν ότι είχαν αυξημένο συναισθηματικό πόνο που τους είχαν περάσει οι πατεράδες τους. Οι μνήμες της αντιξοότητας κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας μπορεί να διαρκέσουν μια ζωή.

Στο ντοκιμαντέρ The Lost Children of Berlin ( Τα χαμένα παιδιά του Βερολίνου) που αφορούσε την επανένωση μιας ομάδας ατόμων που επιβίωσαν από το ολοκαύτωμα 50 χρόνια μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου τα άτομα που επέζησαν μπορούσαν να φέρουν στο νου τους με λεπτομέρειες τις εικόνες του φόβου, του πόνου και της απώλειας που είχαν ζήσει σαν παιδιά. Παρόλα αυτά, πέρα από τις απάνθρωπες φρικαλεότητες που είχαν ζήσει, είχαν κρατήσει συναισθηματικούς δεσμούς με όσους είχαν υποφέρει τόσο, όσο με εκείνους που έκαναν τα πάντα για να επιβιώσουν.

Η έρευνα υπογράμμισε πόσο σημαντικό είναι να αναγνωριστούν οι τρόποι με τους οποίους θα μπορούσαν να ενδυναμώσει κανείς την ικανότητα των παιδιών να αντιμετωπίζει και να θεραπεύει τις πληγές του.
Η κοινωνική υποστήριξη, οι οικογενειακοί δεσμοί και η οικογενειακή επικοινωνία μπορεί να παρέχει ένα καλό επίπεδο προστασίας απέναντι στο ψυχικο τραύμα του πολέμου.