Σχεδόν το 1/4 των ασθενών με κορωνοϊό βιώνουν μακροχρόνια συμπτώματα για τουλάχιστον ένα μήνα μετά τη διάγνωση, υποδεικνύει νέα μελέτη. Οι ερευνητές βρήκαν ότι περίπου το 23% των ανθρώπων στις ΗΠΑ αναζήτησαν ιατρική φροντίδα για συμπτώματα που δεν είχαν πριν κολλήσουν κορωνοϊό. Επιπλέον, το 1/5 αυτών των ασθενών ήταν ασυμπτωματικοί όταν εξετάστηκαν για την COVID-19, αλλά στη συνέχεια βίωσαν πόνο, δύσπνοια ή κόπωση.
Η επιστημονική ομάδα από την ΜΚΟ FAIR Health, αναφέρει ότι τα αποτελέσματα δείχνουν πως η λεγόμενη «μακρά COVID» μπορεί να συμβεί όχι μόνο σε όσους έχουν νοσηλευτεί για τη νόσο, αλλά και σε εκείνους με ήπια συμπτώματα.
«Ακόμα και τώρα που η πανδημία κοπάζει, η μακρά COVID παραμένει ως πρόβλημα δημόσιας υγείας. Τα ευρήματα της μελέτης μας φωτίζουν σημαντικά το αναδυόμενο αυτό πρόβλημα για όλους τους ασθενείς, καθώς και για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής, τους γιατρούς και τους ερευνητές», αναφέρει η πρόεδρος της FAIR Health, Robin Gelburd.
Η μακρά COVID εμφανίζεται σε ασθενείς που έχουν αναρρώσει από τον ιό και συνεχίζουν να παρουσιάζουν συμπτώματα για αρκετές εβδομάδες, μήνες ή ακόμα και χρόνια μετά την ανάρρωση από τη λοίμωξη. Τα συμπτώματα που μπορούν εμφανιστούν ποικίλλουν, μεταξύ της απώλειας γεύσης και όσφρησης, της μακροχρόνιας κόπωσης και άλλων προβλημάτων στις αισθήσεις.
Για την παρούσα αναφορά, η ερευνητική ομάδα εξέτασε στοιχεία ιδιωτικής ασφάλισης σχεδόν δύο εκατομμυρίων ανθρώπων που διαγνώσθηκαν με COVID-19 από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Δεκέμβριο του 2020. Στη συνέχεια οι επιστήμονες παρακολούθησαν τους ασθενείς για να δουν αν ανέπτυξαν νέα συμπτώματα μέχρι τον Φεβρουάριο 2021 και διαπίστωσαν ότι το 23,2% των ασθενών (περισσότεροι από 450.000) αναζήτησαν ιατρική φροντίδα για τουλάχιστον ένα νέο σύμπτωμα 30 ημέρες μετά τη διάγνωση.
Το πιο συχνό πρόβλημα μετά τη λοίμωξη ήταν ο πόνος, όπως ανέφεραν περισσότεροι από 100.000 ασθενείς (5%), ο οποίος περιελάμβανε νευρική φλεγμονή και μυαλγίες. Τα επόμενα πιο συχνά συμπτώματα ήταν η δυσκολία στην αναπνοή (3,5%), η υψηλή χοληστερόλη (3%), η γενική δυσφορία και κόπωση (3%) και η υψηλή αρτηριακή πίεση.
Από τα τέσσερα ψυχικά προβλήματα που έχουν αναγνωριστεί ως παθήσεις μετά την COVID-19, το υψηλότερο ποσοστό κατείχε το άγχος, φτάνοντας ακόμα και στο 27,5% των ασθενών που ήταν μεν συμπτωματικοί, αλλά δεν χρειάστηκε να νοσηλευθούν. Επίσης, σχεδόν το 50% όσων νοσηλεύθηκαν ανέπτυξαν νέα συμπτώματα μετά το εξιτήριό τους από το νοσοκομείο.
Τέλος, οι ερευνητές βρήκαν ότι οι πιθανότητες θανάτου εντός 30 ή περισσότερων ημερών μετά τη διάγνωση με COVID-19 ήταν 46 φορές περισσότερες για τους ασθενείς που νοσηλεύθηκαν και πήραν εξιτήριοσυγκριτικά με εκείνους που δεν νοσηλεύθηκαν. Το ποσοστό των ανθρώπων αυτών ανήλθε στο 0,5%, ενώ όσοι παρέμειναν στο σπίτι ήταν λιγότεροι από το 0,5%.
Πηγή: ygeiamou.gr