Ουρική αρθρίτιδα: Μεγάλη μελέτη αποκαλύπτει τι μπορεί να προκαλεί τη νόσο

Μεγάλη διεθνής μελέτη φαίνεται να αλλάζει τα όσα γνωρίζαμε για την ουρική αρθρίτιδα, αμφισβητώντας την παγιωμένη πεποίθηση ότι προκαλείται κυρίως από τη διατροφή και την κατανάλωση αλκοόλ. Αντιθέτως, φαίνεται να δείχνει ότι ένας άλλος παράγοντας παίζει βασικό ρόλο στο ποιοι μπορεί να αναπτύξουν τη νόσο, βοηθώντας να εξηγηθεί γιατί επηρεάζει ορισμένους περισσότερο από άλλους.

Τα γονίδια, όχι μόνο ο τρόπος ζωής, παίζουν καθοριστικό ρόλο στον κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας

Η ουρική αρθρίτιδα αποδίδεται συχνά στο αλκοόλ και την κακή διατροφή, όμως ολοένα και περισσότερα στοιχεία δείχνουν ότι τα γονίδια παίζουν πολύ μεγαλύτερο ρόλο απ’ όσο πιστεύουν πολλοί. Το 2024, διεθνής ομάδα ανέλυσε γενετικά δεδομένα από 2,6 εκατομμύρια ανθρώπους σε 13 γονιδιακές βάσεις δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων 120.295 ατόμων με «επικρατούσα ουρική αρθρίτιδα», και εντόπισε 377 περιοχές DNA που συνδέονται με τη νόσο, εκ των οποίων οι 149 ήταν άγνωστες μέχρι σήμερα.

Παρότι οι παράγοντες του τρόπου ζωής και του περιβάλλοντος εξακολουθούν να έχουν σημασία, τα ευρήματα δείχνουν ότι η γενετική αποτελεί βασικό κίνδυνο για την ουρική αρθρίτιδα, ενισχύοντας την άποψη ότι «η ουρική αρθρίτιδα είναι μια χρόνια νόσος με γενετική βάση και δεν είναι ευθύνη του πάσχοντος», όπως δήλωσε ο επιδημιολόγος Tony Merriman από το University of Otago, σύμφωνα με το Science Alert. «Ο μύθος ότι προκαλείται από τον τρόπο ζωής ή τη διατροφή πρέπει να καταρριφθεί».

Παράγοντες κινδύνου για την ουρική αρθρίτιδα

Η ουρική αρθρίτιδα αναπτύσσεται κυρίως λόγω υψηλών επιπέδων ουρικού οξέος στο αίμα, κατάσταση γνωστή ως υπερουριχαιμία, η οποία οδηγεί στον σχηματισμό κρυστάλλων ουρικού άλατος στις αρθρώσεις.

Σύμφωνα με μελέτη του 2025 με τίτλο “Genetic variants associated with gout identified through a genome-wide study in the UK Biobank (N=150 542)”, οι ερευνητές εντόπισαν 13 γενετικές μεταβολές που αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης ουρικής αρθρίτιδας, με ορισμένες διαφορές μεταξύ ανδρών και γυναικών. Η μελέτη έδειξε επίσης ότι αυτοί οι γενετικοί παράγοντες συνδέονται με τα επίπεδα ουρικού οξέος, τον μεταβολισμό και τη δραστηριότητα του ανοσοποιητικού συστήματος, βοηθώντας να εξηγηθεί γιατί ορισμένοι άνθρωποι είναι πιο επιρρεπείς στην ουρική αρθρίτιδα από άλλους.

Άλλες πρόσφατες μελέτες επιβεβαιώνουν ότι ο κίνδυνος επηρεάζεται τόσο από παράγοντες που δεν μπορούμε να αλλάξουμε, όπως η γενετική και η ηλικία, όσο και από πολλούς που μπορούμε να τροποποιήσουμε, όπως το σωματικό βάρος, η διατροφή, η κατανάλωση αλκοόλ, άλλες ιατρικές παθήσεις και οι συνήθειες του τρόπου ζωής. Η έρευνα δείχνει επίσης ότι η παχυσαρκία, τα μεταβολικά νοσήματα, τα νεφρικά προβλήματα και ορισμένα διατροφικά πρότυπα συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο ουρικής αρθρίτιδας, ενώ η διαχείριση αυτών των παραγόντων μπορεί να βοηθήσει στη συνολική μείωση του κινδύνου.

Βασικοί παράγοντες κινδύνου, σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες:

  •  Υψηλά επίπεδα ουρικού οξέος, δηλαδή υπερουριχαιμία, που αποτελεί τον κύριο παράγοντα της ουρικής αρθρίτιδας.
  •  Γενετική προδιάθεση, καθώς ορισμένα άτομα έχουν εκ γενετής μεγαλύτερη πιθανότητα για αυξημένο ουρικό οξύ.
  •  Παχυσαρκία και μεταβολικές παθήσεις, όπου το αυξημένο σωματικό βάρος και οι σχετικές διαταραχές αυξάνουν τον κίνδυνο.
  •  Διατροφικά πρότυπα, με δίαιτες πλούσιες σε πουρίνες, κόκκινο κρέας, τηγανητά τρόφιμα, γλυκά και ζαχαρούχα ποτά να συνδέονται με αυξημένα επίπεδα ουρικού οξέος.
  •  Κατανάλωση αλκοόλ, καθώς η αυξημένη κατανάλωση σχετίζεται με υψηλότερο κίνδυνο, ιδιαίτερα με την μπίρα και τα αποστάγματα.
  •  Νεφρική λειτουργία και συννοσηρότητες, αφού η μειωμένη νεφρική αποβολή, η υπέρταση, ο διαβήτης και τα καρδιαγγειακά νοσήματα συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο.
  •  Ηλικία και φύλο, καθώς ο κίνδυνος αυξάνεται με την ηλικία και είναι γενικά υψηλότερος στους άνδρες.

Τα γονίδια φαίνεται να επηρεάζουν το ουρικό οξύ, το ανοσοποιητικό αλλά και την πρόσβαση στη θεραπεία, σύμφωνα με τη νέα μελέτη

Η ουρική αρθρίτιδα εμφανίζεται όταν τα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα είναι υψηλά, οδηγώντας στη δημιουργία αιχμηρών κρυστάλλων στις αρθρώσεις. Όταν το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού επιτίθεται σε αυτούς τους κρυστάλλους, προκαλείται έντονος πόνος και δυσφορία. Οι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η γενετική είναι σημαντική σε κάθε στάδιο αυτής της διαδικασίας. Ειδικότερα, επηρεάζει την πιθανότητα το ανοσοποιητικό σύστημα να επιτεθεί στους κρυστάλλους, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο το ουρικό οξύ μεταφέρεται και ρυθμίζεται στον οργανισμό.

Η ουρική αρθρίτιδα μπορεί να εμφανίζεται σε περιόδους έξαρσης, όμως υπάρχουν διαθέσιμες θεραπείες. Οι συγγραφείς της μελέτης θεωρούν ότι οι λανθασμένες αντιλήψεις γύρω από τη νόσο μπορούν να αποθαρρύνουν τους ανθρώπους από το να ζητήσουν θεραπεία, κάτι που αποτελεί σοβαρό πρόβλημα, καθώς τα περιστατικά αυξάνονται συνεχώς.

«Αυτός ο διαδεδομένος μύθος προκαλεί ντροπή στους ανθρώπους με ουρική αρθρίτιδα, κάνοντας ορισμένους πιο πιθανό να υποφέρουν σιωπηλά και να μην επισκεφθούν τον γιατρό για να λάβουν ένα προληπτικό φάρμακο που μειώνει τα επίπεδα ουρικού οξέος στο αίμα και θα αποτρέψει τον πόνο τους», δήλωσε ο Merriman.

Πέρα από την καλύτερη κατανόηση των αιτίων της ουρικής αρθρίτιδας, η μελέτη προσφέρει στους επιστήμονες περισσότερες επιλογές προς διερεύνηση όσον αφορά τις θεραπείες, ιδιαίτερα στη διαχείριση της ανοσολογικής απόκρισης στη συσσώρευση ουρικού οξέος. Μάλιστα, υπάρχοντα φάρμακα θα μπορούσαν να επαναχρησιμοποιηθούν για αυτόν τον σκοπό. Υπάρχουν και ορισμένοι περιορισμοί στη μελέτη. Η πλειονότητα των δεδομένων προήλθε από άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής και ορισμένες καταγραφές βασίστηκαν στην αυτοαναφορά της ουρικής αρθρίτιδας και όχι σε κλινική διάγνωση.

Παρόλα αυτά, η έρευνα προσφέρει μια πολύ πιο σαφή εικόνα για ένα πρόβλημα υγείας που ταλαιπωρεί τους ανθρώπους εδώ και αιώνες. «Ελπίζουμε ότι, με τον χρόνο, θα γίνουν διαθέσιμες καλύτερες και πιο προσβάσιμες θεραπείες με βάση τους νέους στόχους που εντοπίσαμε», δήλωσε ο Merriman. «Η ουρική αρθρίτιδα αξίζει περισσότερους πόρους και μεγαλύτερη προτεραιότητα στα συστήματα υγείας».