ΠΙΣ: Αποκατάσταση σε αξιοπρεπή επίπεδα των αποδοχών γιατρών ΕΣΥ

Την αποκατάσταση του Ειδικού Ιατρικού Μισθολογίου, ώστε οι απολαβές των ιατρών να ανέλθουν σε αξιοπρεπή επίπεδα, ζητάει ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος (ΠΙΣ), μετά την απόφαση της Ολομέλειας του Αρείου Πάγου που έκρινε αντισυνταγματικές τις διατάξεις του νόμου 4472/2017, βάσει των οποίων καταβάλλονταν οι μισθοί στους επικουρικούς και ειδικευόμενους ιατρούς του ΕΣΥ κατά την περίοδο 2017 έως 2022. Όμοια απόφαση είχε εκδώσει προγενέστερα και το Συμβούλιο Επικρατείας για τους μόνιμους γιατρούς του ΕΣΥ.

Κατά τον Άρειο Πάγο και το ΣτΕ οι επαναλαμβανόμενες περικοπές των αποδοχών των γιατρών του ΕΣΥ, που ξεκίνησαν από την πρώτη επιβολή των μνημονίων, αντίκεινται στις αρχές του Ειδικού Μισθολογίου, της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 του Συντάγματος) και, ως εκ τούτου, είναι ανίσχυρες.

«Μετά τις επανειλημμένες αποφάσεις των Ανώτατων Δικαστηρίων η ελληνική πολιτεία οφείλει ν΄ αντιληφθεί πως πρέπει να αποκαταστήσει το Ειδικό Ιατρικό Μισθολόγιο, ώστε οι απολαβές των ιατρών να ανέλθουν σε αξιοπρεπή επίπεδα, αλλιώς οι προκηρύξεις γιατρών θα συνεχίσουν να αποβαίνουν άγονες και το ΕΣΥ να αποψιλώνεται από ιατρικό δυναμικό με τραγικές επιπτώσεις στη χώρα.

Καθώς οι απολαβές των ιατρών του ΕΣΥ είναι υποδιπλάσιες των ευρωπαίων συναδέλφων τους η εφαρμογή των δικαστικών αποφάσεων αποτελεί αυτονόητο ελάχιστο βήμα σύγκλισης», αναφέρει ο ΠΙΣ.

Υπενθυμίζει τη νομοθετημένη από τον Δεκέμβριο 2022 υποχρέωση της κυβέρνησης να εκδώσει Κοινή Υπουργική Απόφαση προκειμένου να αναμορφώσει τα κίνητρα για τις άγονες και νησιωτικές περιοχές, υποχρέωση που αθετεί διαρκώς παρά τα έγγραφα και τις διαρκείς υπομνήσεις του ΠΙΣ.

«Η διατήρηση αυτής της στάσης έναντι των ιατρών του ΕΣΥ δύσκολα πείθει για την αφετηρία της, δεδομένων των αποτελεσμάτων», καταλήγει ο ΠΙΣ.

Η Απόφαση του Αρείου Πάγου

Η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με την υπ΄ αριθμ. 2/2024 απόφασή της έκρινε αντισυνταγματικές τις περικοπές των αποδοχών ιατρών ΕΣΥ της πρωτοβάθμιας υγείας, των επίκουρων γιατρών και των ειδικευομένων, που επήλθαν με το νόμο 4472/2017.
Να σημειωθεί ότι οι γιατροί του ΕΣΥ το 2022 δικαιώθηκαν και πάλι από την Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για το θέμα των αποδοχών τους με τις αποφάσεις της υπ΄ αριθμ. 3/2022 και 4/2022.

Ειδικότερα, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου με πρόεδρο την Ιωάννα Κλάπα-Χριστοδουλέα και εισηγητή τον αρεοπαγίτη Αριστείδη Βαγγελάτο, έκρινε ότι και την περίοδο 2017 έως 2022 οι διατάξεις βάσει των οποίων καταβάλλονταν οι μισθοί στους ιατρούς του ΕΣΥ ήταν αντισυνταγματικές και συνεπώς μη εφαρμοστέες.

Αναλυτικότερα, η Ολομέλεια έκρινε ότι οι διατάξεις των άρθρων 138-140 του ν. 4472/2017, με τις οποίες καθορίστηκε αναδρομικά από 1.1.2017 ο βασικός μισθός, τα επιδόματα και τα ωρομίσθια εφημεριών των ιατρών του ΕΣΥ, στο πλαίσιο θεσμοθέτησης εξ υπαρχής νέου ειδικού μισθολογίου για τους γιατρούς, σε συνδυασμό με τα άρθρα 136 και 137 αυτού, αντίκεινται στις αρχές της ιδιαίτερης μισθολογικής μεταχείρισης των ιατρών του ΕΣΥ (άρθρο 21 του Συντάγματος), της αναλογικότητας (άρθρο 25 του Συντάγματος) και της ισότητας στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 του Συντάγματος) και, ως εκ τούτου, είναι ανίσχυρες.

Ακόμη, η αρεοπαγιτική απόφαση αναφέρει ότι «με τα δεδομένα που ίσχυαν κατά τον χρόνο δημοσίευσης του νόμου 4472/2017, ο δι’ αυτού επαναπροσδιορισμός των αποδοχών των ιατρών του ΕΣΥ, λαμβανόμενος αθροιστικά, μετά τις προηγηθείσες μειώσεις του εισοδήματός τους με νομοθετήματα της προηγηθείσας περιόδου της οικονομικής κρίσης, έχει ως αποτέλεσμα, λόγω του σωρευτικού τους αποτελέσματος και της έκτασής τους, την υπέρβαση του ορίου που θέτουν οι συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη».

Ακόμη, η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου έκρινε ότι οι διατάξεις του νόμου 4472/2017 αντίκεινται στις ίδιες συνταγματικές αρχές (αναλογικότητας, ισότητας, κ.λπ.) και κατά το σκέλος που ίσχυσαν αναδρομικά από 1.1.2017.
Κατά την αρεοπαγιτική απόφαση, στην περίπτωση των γιατρών του ΕΣΥ έπρεπε να εφαρμοσθούν οι διατάξεις του νόμου 3205/2003 όπως ίσχυαν πριν επιβληθούν οι περικοπές και των νόμων 4093/2012 και 4472/2017.