Ποιος ιός θα φέρει τη νέα επιδημία και πότε – Το ελληνικό εργαλείο που προβλέπει τον κίνδυνο
Οι αναπνευστικές λοιμώξεις αποτελούν έναν από τους κύριους λόγους προσέλευσης των πολιτών στις υγειονομικές δομές, αποτελώντας μια σημαντική απειλή για τη δημόσια υγεία με υψηλή νοσηρότητα και θνησιμότητα, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες. Η πανδημία κορωνοϊού το απέδειξε, άλλωστε, με τον πιο σκληρό τρόπο.
Ανέδειξε, όμως, και πώς μπορεί να προετοιμαστεί το σύστημα υγείας ώστε να διαχειριστεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τους ασθενείς που συρρέουν στις δομές υγείας με κάθε επιδημικό κύμα που σηκώνεται. Στο πλαίσιο αυτό, τα εργαλεία έγκαιρης προειδοποίησης (early warning tools) που αναπτύχθηκαν με αρχική στόχευση στον κορωνοϊό, είναι ιδιαίτερα σημαντικά, διότι επιτρέπουν την άμεση ανίχνευση αύξησης στα κρούσματα ή νέων επιδημιών, επιτρέποντας την ταχεία εφαρμογή μέτρων πρόληψης και ελέγχου.
Ένα τέτοιο εργαλείο δημιουργήθηκε και λειτούργησε αποτελεσματικά τον περασμένο χειμώνα στο Τμήμα Δημόσιας και Ενιαίας Υγείας από την ομάδα του αναπληρωτή καθηγητή της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Πολυχρόνη Κωστούλα. Πρόκειται για τον Δείκτη Μεταβλητότητας Επιδημίας (Epidemic Volatility Index-EVI), ένα νέο, απλό εργαλείο έγκαιρης προειδοποίησης για επερχόμενα επιδημικά κύματα (http://83.212.175.101:3838/version10/).
Ο δείκτης αυτός βασίζεται στη μεταβλητότητα των νεοαναφερόμενων κρουσμάτων ανά μονάδα χρόνου και «κοκκινίζει», εκδίδει δηλαδή έγκαιρη προειδοποίηση, όταν ο ρυθμός αλλαγής της μεταβλητότητας υπερβαίνει ένα όριο.
Χρησιμοποιώντας το εργαλείο αυτό καθώς και πραγματικά δεδομένα από το σύστημα παρακολούθησης αναπνευστικών λοιμώξεων που εφαρμόζεται στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών (ΤΕΠ) και την Πνευμονολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας (ΠΓΝΛ) προβλέφθηκε έγκαιρα το κύμα της εποχικής γρίπης κατά την περίοδο 2023-2024.
Μάλιστα, ο καθηγητής Πνευμονολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, κ. Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης πολύ νωρίς τον προηγούμενο Δεκέμβριο με τα δεδομένα αυτά είχε προειδοποιήσει έγκαιρα ότι η επιβάρυνση στο σύστημα Υγείας θα οφειλόταν στη γρίπη και όχι στον κορωνοϊό.
Πώς λειτουργεί το μοντέλο
Πιο αναλυτικά, κατά την χειμερινή περίοδο 2023-2024, όσοι ασθενείς επισκέπτονταν την Πνευμονολογική κλινική και στο Τμήμα Επειγόντων Περιστατικών του ΠΓΝΛ με συμπτώματα «γριπώδους συνδρομής» υποβάλλονταν σε δοκιμασίες ταχείας ανίχνευσης αντιγόνων (rapid tests) προς ανίχνευση των πιο συχνών αναπνευστικών ιών και συγκεκριμένα των εξής τεσσάρων: Κορωνοϊός SARS-CoV-2, Γρίπη Α/Β, Αναπνευστικός Συγκυτιακός ιός (RSV) και Αδενοϊός.
Συνολικά, από τους 1.434 ασθενείς που εξετάστηκαν, οι περισσότεροι (226) ήταν θετικοί στη γρίπη Α, οι 203 ήταν θετικοί στον SARS-CoV-2, οι 65 στην γρίπη Β, οι 61 στον RSV, και μόλις 11 ήταν θετικοί στον αδενοϊό. Από αυτούς χρειάστηκαν εισαγωγή στο νοσοκομείο, 38 ασθενείς με γρίπη Α, 27 ασθενείς με SARS-CoV-2, 3 ασθενείς με γρίπη Β, 25 ασθενείς με RSV, και 4 ασθενείς με αδενοϊό.
Παρατηρήθηκε επίσης, ότι κατά την περίοδο 2023-2024 τα πρώτα κρούσματα γρίπης Α άρχισαν να ανιχνεύονται το τελευταίο 10ήμερο του Νοεμβρίου, με κορύφωση αρκετά νωρίτερα από ό,τι αναμένονταν, τις εβδομάδες 18 Δεκέμβρη έως 7 Ιανουαρίου. Οι ειδικοί σημειώνουν μάλιστα ότι τα δεδομένα που συμφωνούν με αυτά της προηγούμενης χρονιάς 2022-2023, αλλά όχι με αυτά της σεζόν 2021-2022, όταν η κορύφωση είχε συμβεί πού αργότερα, την εβδομάδα 7 έως 13 Μαρτίου.
Στις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου αρχίζουν να παρατηρούνται τα πρώτα κρούσματα γρίπης Β, με κορύφωση κατά την πρώτη εβδομάδα του Μαρτίου. Σε αντίθεση με τη γρίπη, ο SARS-CoV-2 φαίνεται να κινείται σε χαμηλά επίπεδα καθόλη τη διάρκεια της περιόδου.
Δεδομένου ότι στη χώρα μας δεν εφαρμόζονται επαρκώς συστήματα επιτήρησης-καταγραφής λοιμωδών νοσημάτων ούτε βέβαια πρόβλεψης επιδημικών κυμάτων, το Τμήμα Δημόσιας και Ενιαίας Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας υποδεικνύει ως ασφαλή και αποτελεσματικό τρόπο για την πρόγνωση αλλά και τη διαχείριση επιδημικών κυμάτων την εφαρμογή του μοντέλου πρόβλεψης EVI, το οποίο τροφοδοτείται με τα πραγματικά διαθέσιμα στοιχεία των διαγνωστικών τεστ (rapid τεστ).
«Τα τεστ μπορούν να αποτελέσουν έναν γρήγορο, εύκολο, οικονομικό και αξιόπιστο τρόπο διάγνωσης λοιμωδών νοσημάτων, με την προϋπόθεση πως διεξάγονται από οργανωμένες δομές και με συγκεκριμένες ενδείξεις. Ο συνδυασμός τους με το μοντέλο πρόβλεψης EVI, όπως εφαρμόζεται στην Πνευμονολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας στοχεύει στην επιτήρηση των αναπνευστικών λοιμώξεων αλλά κυρίως στην έγκαιρη προετοιμασία των δομών υποδοχής και νοσηλείας» καταλήγουν.