Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορονοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.
Έντονα αυξητική τάση του ιικού φορτίου του SARS-CoV-2 στα αστικά απόβλητα της Θεσσαλονίκης ανιχνεύεται στις καθημερινές μετρήσεις από την αρχή της εβδομάδας για την έρευνα που διεξάγει η Ομάδα Επιδημιολογίας Λυμάτων του ΑΠΘ με την ΕΥΑΘ, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας και στο πλαίσιο του Εθνικού Δικτύου του ΕΟΔΥ.
Όπως φαίνεται στα διαγράμματα που παρουσιάζει το ΑΠΕ-ΜΠΕ το ιικό φορτίο απεικονίζεται πλέον σε πορτοκαλί επίπεδο επιδημιολογικού συναγερμού, με την τάση από μέρα σε μέρα, σε σύγκριση με την αντίστοιχη στην έναρξη του τρίτου κύματος της πανδημίας, να αποτυπώνεται πιο έντονα αυξητική.
Συγκεκριμένα, στα δείγματα που λαμβάνονται καθημερινά στην είσοδο της Εγκατάστασης Επεξεργασίας Λυμάτων Θεσσαλονίκης, αναφορικά με τις εξορθολογισμένες τιμές σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου, η μέση τιμή των δύο πιο πρόσφατων μετρήσεων, δηλαδή της Δευτέρας 12/07 και της Τρίτης 13/07 είναι:
- -Αυξημένη (78%) σε σχέση με τη μέση τιμή των δύο αμέσως προηγούμενων μετρήσεων, του Σαββάτου 10/07 και της Κυριακής 11/07.
- -Αυξημένη (192%) σε σχέση με την μέση τιμή της προηγούμενης Δευτέρας 05/07 και Τρίτης 06/07.
«Η Θεσσαλονίκη φαίνεται πως εισέρχεται στο τέταρτο κύμα της πανδημίας. Η έξαρση που ξεκίνησε πιο ήπια αποδεικνύεται πως δεν ήταν ούτε παροδική, ούτε τυχαία και πλέον η διασπορά του ιού στην κοινότητα αυξάνεται ραγδαία», δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρύτανης του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνος του ερευνητικού έργου, καθηγητής Νίκος Παπαϊωάννου.
Σε αυτό το σημείο, όπως εξήγησε, «είναι πολύ σημαντικό να επιταχυνθούν οι εμβολιασμοί, να οχυρωθεί όσο το δυνατόν πιο σύντομα η πόλη και τα νοσοκομεία της, υψώνοντας το τείχος ανοσίας».
«Καθένας που είναι διστακτικός απέναντι στον εμβολιασμό και την επιστήμη, ας σκεφτεί πως μόλις τον περασμένο Νοέμβρη εκατοντάδες συνάνθρωποί μας έγιναν μέρος μιας θλιβερής στατιστικής, μη έχοντας πρόσβαση στο εμβόλιο που θα τους προστάτευε. Δε θέλουμε να ζήσουμε ξανά εκείνες τις μαύρες μέρες, είναι στο χέρι μας η δύναμη να μην επιτρέψουμε να συμβεί ξανά», τόνισε, ενώ απηύθυνε έκκληση «ακόμη και οι εμβολιασμένοι να τηρούν απαρέγκλιτα τα μέτρα πρόληψης και αυτοπροστασίας από τον ιό, να μην αγνοήσουν ότι το στέλεχος Δέλτα καθώς θα επικρατήσει θα αφήσει απροστάτευτους όλους τους ανεμβολίαστους». «Πρέπει όλοι να συμβάλλουμε στην ανακοπή μίας εκρηκτικής διασποράς που θα πιέσει το σύστημα υγείας», διευκρίνισε.
Για την απότομη αύξηση της μετρούμενης τιμής ιικού φορτίου στο δείγμα της Τρίτης ο καθηγητής Χημείας του ΑΠΘ, καθηγητής Θοδωρής Καραπάντσιος εξήγησε πως «μας προβλημάτισε και για αυτό επαναλάβαμε την ανάλυση», όμως «δυστυχώς και η επανάληψη έδειξε παρόμοια τιμή με την αρχική μέτρηση».
«Οι τιμές των περιβαλλοντικών παραμέτρων του δείγματος βρίσκονται σε φυσιολογικά επίπεδα και έτσι δεν απαιτείται δραστικός εξορθολογισμός της μέτρησης του ιικού φορτίου. Επομένως, η μεγάλη αύξηση στην τιμή της σχετικής έκκρισης ιικού φορτίου την Τρίτη 13/7 δεν μπορεί να αποδοθεί σε διαφορές των ποιοτικών χαρακτηριστικών του λύματος. Όλα τα πειραματικά στοιχεία συνηγορούν στο ότι η Θεσσαλονίκη εισέρχεται στο 4ο κύμα της πανδημίας», σημείωσε ο κ.Καραπάντσιος.
«Το ιικό φορτίο στα λύματα της πόλης διπλασιάζεται ανά 4.5 ημέρες με βάση τις μετρήσεις των τελευταίων 14 ημερών», δήλωσε ο αν. καθηγητής Μοριακής Μικροβιολογίας στο Διαγνωστικό Εργαστήριο Κλινικών του Τμήματος Κτηνιατρικής του ΑΠΘ, Χρυσόστομος Δόβας. «Με βάση τον ρυθμό αύξησης της συχνότητας του στελέχους Δέλτα στην Αγγλία, Ισπανία και στις ΗΠΑ και τις πρώτες εκτιμήσεις που κάναμε μαζί με το ΕΚΕΤΑ για την συχνότητα του στην Θεσσαλονίκη μέχρι τις 24 Ιουνίου, υπολογίζουμε ότι στην Θεσσαλονίκη το στέλεχος Δέλτα βρίσκεται σε συχνότητα πλέον πάνω από 25% και για αυτό συμβάλλει σημαντικά στο μεγάλο ιικό φορτίο που παρατηρούμε τις τελευταίες ημέρες», επισήμανε.
Η μεθοδολογία αποτίμησης του κορονοϊού στα αστικά απόβλητα, που ανέπτυξε η ομάδα του ΑΠΘ, εξορθολογίζει τις μετρήσεις συγκέντρωσης του γονιδιώματος του ιού με βάση 24 περιβαλλοντικούς παράγοντες, που δύνανται να αλλοιώσουν τα αποτελέσματα των μετρήσεων.