«Σκληρή» επιστολή φαρμακευτικών εταιρειών σε Πλεύρη: «Η ανακατανομή της φαρμακευτικής δαπάνης υπονομεύει τους στόχους του Ταμείου Ανάκαμψης»
«Η εμμονή στην ανακατανομή των υποχρεωτικών επιστροφών σε συνδυασμό με την αδιαφορία για τη συγκράτηση της αύξησής τους, οδηγούν την πλειοψηφία των φαρμακευτικών εταιρειών σε απόγνωση», τονίζει για άλλη μια φορά ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), προειδοποιώντας για νέα αποτυχία ελέγχου της φαρμακευτικής δαπάνης.
Με τα μελανότερα χρώματα περιγράφει ο ΣΦΕΕ την πορεία ελέγχου δαπάνης του ΕΟΠΥΥ για τα Φάρμακα που αποζημιώνει ο φορέας, σε επιστολή που απευθύνει στον Υπουργό Υγείας, ζητώντας άμεση συνάντηση. Καταγγέλλει, δε, πως άκαρπες έχουν αποβεί οι προσπάθειες για συνάντηση με τους επικεφαλής του ΕΟΠΥΥ, ώστε να παρασχεθούν περισσότερα στοιχεία και διευκρινίσεις.
Ειδικά μετά την απόφαση κατάτμησης της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης του ΕΟΠΥΥ σε δυο μεγάλες κατηγορίες (δαπάνη ιδιωτικών φαρμακείων και δαπάνη φαρμακείων του οργανισμού) και σε αναλογία 62-38 για το 2022, οι προβληματισμοί έχουν ενταθεί γύρω από τις επιπτώσεις για τις εταιρείες και την αγορά του φαρμάκου εν γένει.
Όπως αναφέρουν, βάσει των στοιχείων του ΕΟΠΥΥ για το πρώτο εξάμηνο του έτους, η δαπάνη για τα φάρμακα 1Α και 1Β, τα σκευάσματα των φαρμακείων δηλαδή του Φορέα γνωστά και ως ΦΥΚ, καταγράφει σημαντική αύξηση. Αυτό στην πράξη σημαίνει και αύξηση των υποχρεωτικών επιστροφών, του διαβόητου clawback (αυτόματη επιστροφή της υπέρβασης της δαπάνης).
Μάλιστα, προειδοποιεί ο ΣΦΕΕ πως παρά τη μετακίνηση μέρους του clawback σε rebate (υποχρεωτικές εκπτώσεις) και τις ανεδαφικές διαπραγματεύσεις, η παρούσα αυξητική τάση της δαπάνης οδηγεί σε αυξημένο clawback για το 2022 τόσο σε σχέση με την προηγούμενη χρονιά όσο και σε σχέση με το 2020, γεγονός που σημαίνει και απόκλιση από το στόχο του RRF, του Ταμείου Ανάκαμψης, καθώς πρόκειται για το έτος αναφοράς.
Αναλύσεις που έχει «τρέξει» ο ΣΦΕΕ, με στοιχεία που είχε διαθέσιμα, εκτιμάται ότι η αναλογία 62/38 δεν εκφράζει την πραγματική εικόνα της αγοράς.
«Επιπλέον διαφαίνεται, ότι σε αυτή τη συγκεκριμένη κατηγορία (ΦΥΚ) αλλά και στα Νοσοκομεία του ΕΣΥ, αντιμετωπίζουμε διψήφια αύξηση ποσοστού πωλήσεων για το α’ εξάμηνο 2022, αλλά και σε ετήσια βάση, γεγονός που σημαίνει σημαντική αύξηση των φαρμακευτικών αναγκών των ασθενών ή/και έλλειψη ελέγχου της συνταγογράφησης. Την ίδια περίοδο τα φάρμακα κοινότητας αυξάνονται κατά 4%+ σε ετήσια βάση», όπως σημειώνουν.
«Η Κυβέρνηση συνεχίζει να μην αναγνωρίζει την ανάγκη για μεγαλύτερη χρηματοδότηση της δημόσιας δαπάνης για το φάρμακο, δημιουργεί εξωπραγματική επιβάρυνση για κάποια φάρμακα και σημαντική ελάφρυνση για κάποια άλλα, οδηγώντας σε μια αγορά δυο ταχυτήτων δηλαδή σε άλλη μια στρέβλωση», αναφέρει χαρακτηριστικά ο ΣΦΕΕ.
Τα πράγματα φαίνεται να περιπλέκονται ακόμη περισσότερο, όταν η Επιτροπή Διαπραγμάτευσης, στην προσπάθεια να επιτευχθούν στόχοι εξοικονόμησης που θα «χωρούν» στον υπάρχοντα προϋπολογισμό, ζητάει εκπτώσεις άνω του 60% για κάποια φάρμακα. «Έτσι σημειώνεται αφενός δυστοκία στην πρόοδο των διαπραγματεύσεων, αφετέρου δημιουργείται σημαντική ανισορροπία ακόμη και σε σχέση με προηγούμενες διαπραγματεύσεις για τις ίδιες ή παρόμοιες ομάδες φαρμάκων», εξηγεί ο Σύνδεσμος.
Παράλληλα, με την επιστολή ο ΣΦΕΕ αναδεικνύει και το ζήτημα της αδυναμίας ελέγχου της συνταγογράφησης των φαρμάκων, από την «πηγή», δηλαδή τους γιατρούς.
«Πρέπει να γίνει κατανοητό στην Πολιτεία πως εφόσον αποδέχεται τις θεραπευτικές αποφάσεις των θεραπόντων ιατρών θα πρέπει και να τις χρηματοδοτήσει, αυξάνοντας τη δημόσια φαρμακευτική δαπάνη και όχι να προσδοκά πως θα είναι η φαρμακοβιομηχανία εκείνη που εις το διηνεκές θα χρεώνεται τις αυξημένες ανάγκες του συστήματος ή /και την ελλιπή διαχείριση των διαθέσιμων πόρων», σημειώνει.
Όσο ο προϋπολογισμός για τα φάρμακα δεν πλησιάζει τις πραγματικές ανάγκες, η μόνη εναλλακτική λύση, για τις φαρμακευτικές εταιρείες, είναι η άμεση άρση του μέτρου της κατάτμησης της δαπάνης και οι άμεσες παρεμβάσεις στη συνταγογράφηση.