Σολάριουμ: Ποιοι και γιατί αποφεύγουν τη χρήση του

Η γνώση του κινδύνου αλλάζει τις συμπεριφορές που θα μπορούσαν να αυξήσουν την πιθανότητα ενός ατόμου να αναπτύξει μελάνωμα, της πιο επιθετικής και θανατηφόρας μορφής καρκίνου του δέρματος.

Ερευνητές από τη MayoClinic, βασιζόμενοι σε δεδομένα από το Rochester Epidemiology Project, ανέπτυξαν τη μελέτη Olmsted County Healthy Skin Study, η οποία εξέτασε τον ρόλο της χρήσης του σολάριουμ (που αποδεδειγμένα προκαλεί καρκίνο) σε άτομα που γνώριζαν για τις αυξημένες πιθανότητες που έχουν για εμφάνιση καρκίνου.

Διαπίστωσαν ότι τα άτομα που διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο ήξεραν ακριβώς το πόσο κινδυνεύουν και ήταν απίθανο να χρησιμοποιήσουν σολάριουμ μέσα στο επόμενο έτος. Τα ευρήματά τους δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό DermatologicSurgery και τα δημοσιεύει News4health

«Σύμφωνα με τα σημερινά δεδομένα υπάρχει έξαρση των περιστατικών μελανώματος. Παγκοσμίως, καταγράφεται μεγάλη αύξηση στον αριθμό των ανθρώπων που εμφανίζουν αυτή τη μορφή καρκίνου συγκριτικά με 40 χρόνια πριν, κυρίως μεταξύ των νέων και των μεσήλικων γυναικών. Η επίπτωση είναι υψηλή και προβλέπεται να αυξηθεί απότομα τις επόμενες 2 δεκαετίες.

Όπως αποκάλυψε μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε φέτος στο JamaDermatology, το 2020 διαγνώστηκαν με μελάνωμα περί τους 325.000 άνθρωποι. Ακόμη και με τους πιο συντηρητικούς υπολογισμούς, ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί κατά 50% έως το 2040. Για τους θανάτους οι προβλέψεις είναι ακόμη χειρότερες, με την αύξηση να υπολογίζεται ότι θα αγγίξει το 70%.

Κάθε συμπεριφορά, λοιπόν, που θα μπορούσε να περιορίσει αυτήν την εξέλιξη πρέπει να εφαρμόζεται», επισημαίνει ο Δερματολόγος – Αφροδισιολόγοςδρ Χρήστος Στάμου.

Η υπεριώδης ακτινοβολία έχει ενοχοποιηθεί για καρκίνο του δέρματος και είναι η πιο γνωστή αιτία πρόκλησής του. Όταν οι ακτίνες αγγίζουν στο δέρμα, προκαλούν βλάβη στα κύτταρα της επιδερμίδας, ακόμα κι αν εμείς δεν το καταλαβαίνουμε αρχικά. Στη συνέχεια, για να αμυνθεί ο οργανισμός αυξάνει τη ροή του αίματος στο δέρμα που έχει υποστεί τη βλάβη με αποτέλεσμα να κοκκινίζει (ερύθημα) και να προκαλεί στον πάσχοντα αίσθηση καύσου.

Κατόπιν πιάνουν δουλειά τα λευκά αιμοσφαίρια, για να απομακρύνουν τα κατεστραμμένα κύτταρα, μια διαδικασία που μέχρι την ολοκλήρωσή της προκαλεί φαγούρα και ξεφλούδισμα.

Το τεχνητό μαύρισμα με σολάριουμ γίνεται με υπεριώδη ακτινοβολία και η επιλογή αυτή ενέχει τους ίδιους σοβαρούς κινδύνους για την υγεία, παρότι οι υποστηρικτές του διαφωνούν και ισχυρίζονται ότι η χρήση αυτών των συσκευών είναι λιγότερο επικίνδυνη από το μαύρισμα στον ήλιο, επειδή η ένταση της υπεριώδους ακτινοβολίας και ο χρόνος μαυρίσματος μπορούν να ελεγχθούν.

Τα στοιχεία όμως δεν δείχνουν κάτι τέτοιο. Οι ειδικοί είναι πεπεισμένοι ότι είναι πιο επικίνδυνα από τον ήλιο, επειδή μπορούν να χρησιμοποιούνται με την ίδια υψηλή ένταση κάθε μέρα του έτους, σε αντίθεση με τον ήλιο, του οποίου η ένταση ποικίλλει ανάλογα με την εποχή, την ώρα της ημέρας και την ηλιοφάνεια.

Έτσι, ο Διεθνής Οργανισμός Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC), μέρος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, έχει κατατάξει τις συσκευές αυτές στην πιο επικίνδυνη κατηγορία: “καρκινογόνες για τον άνθρωπο”.

Ένα μεγάλο ποσοστό εκείνων που γνωρίζουν τις επιπτώσεις που έχει το τεχνητό μαύρισμα φαίνεται να το αποφεύγουν, ειδικά οι πιο μεγάλοι σε ηλικία, δεδομένου ότι τα νεαρά άτομα δεν έχουν τόσο ανεπτυγμένη την αίσθηση του κινδύνου.

Στη μελέτη που δημοσιεύθηκε στο DermatologicSurgery, επιχειρήθηκε να καταγραφούν οι γνώσεις, οι στάσεις και οι συμπεριφορές σχετικά με τον καρκίνο του δέρματος και τη χρήση σολάριουμ και να εκτιμηθεί ο κίνδυνος για μελάνωμα.

Οι συμμετέχοντες σε αυτή χωρίστηκαν σε δύο ομάδες – η πρώτη αποτελείτο άτομα ηλικίας 18-39 ετών και η δεύτερη άτομα ηλικίας 40 ετών και άνω. Οι περισσότερες ήταν γυναίκες.

Οι απαντήσεις στα ερωτήματα που τους τέθηκαν έδειξαν ότι το 55% εκείνων που ανήκαν στη νεότερη ηλικιακά ομάδα και το 37% της μεγαλύτερης σε ηλικία ομάδας είχαν κάνει χρήση μηχανημάτων τεχνητού μαυρίσματος. Οι πιθανότητες για μελάνωμα ήταν 18% στη νεαρότερη ομάδα και 33% στην μεγαλύτερη. Τα άτομα με υψηλή βαθμολογία κινδύνου είχαν περισσότερες πιθανότητες να αντιληφθούν σωστά ότι διέτρεχαν υψηλό κίνδυνο για καρκίνο του δέρματος.

Όσοι δε, είχαν προηγούμενο ιστορικό χρήσης σολάριουμ ήξεραν ότι διέτρεχαν υψηλότερο κίνδυνο καρκίνου του δέρματος από τους συνομηλίκους τους που δεν το χρησιμοποιούσαν. Οι περισσότεροι συμμετέχοντες με υψηλές βαθμολογίες κινδύνου και όσοι είχαν χρησιμοποιήσει στο παρελθόν σολάριουμ ανέφεραν χαμηλή πιθανότητα να κάνουν χρήση αυτών των μηχανημάτων στο μέλλον.

«Τα ευρήματα είναι ενθαρρυντικά. Φαίνεται ότι σε μεγάλο ποσοστό ανθρώπων έχει γίνει συνείδηση ότι η υπεριώδης ακτινοβολία είναι επιβλαβής και θα πρέπει να αποφεύγεται είτε αυτή προέρχεται από τον ήλιο είτε από λαμπτήρες μαυρίσματος. Το μαύρισμα είναι σημάδι βλάβης και προκαλεί καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος και της φυσικής άμυνας του δέρματος, με αποτέλεσμα να αυξάνονται οι πιθανότητες δερματολογικών παθήσεων.

Τα παιδιά και οι έφηβοι θα πρέπει να προστατεύονται περισσότερο, μιας και τα ηλιακά εγκαύματα σε αυτές τις ηλικίες πολλαπλασιάζουν τον κίνδυνο μελανώματος μελλοντικά. Δεν είναι τυχαίο που στην Αμερική το μελάνωμα είναι ο δεύτερος πιο συχνός καρκίνος στις γυναίκες ηλικίας 20 έως 29 ετών.

Το μαύρισμα σε καμία περίπτωση δεν προστατεύει το δέρμα από τα ηλιακά εγκαύματα ή άλλες δερματικές βλάβες. Η μέγιστη προστασία που παρέχει είναι πολύ μικρότερη (δεν ξεπερνά το 4) από το ελάχιστο συνιστώμενο SPF 15. Γι’ αυτό, το σολάριουμ δεν αποτελεί επιλογή προστασίας του δέρματος προτού εκτεθούμε στον ήλιο, όπως πολλοί πιστεύουν. Οι γυναίκες που χρησιμοποιούν σολάριουμ περισσότερο από μία φορά τον μήνα έχουν 55% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν μελάνωμα. Ο κίνδυνος μελανώματος του δέρματος αυξάνεται κατά 75% όταν η χρήση του σολάριουμ αρχίζει πριν από την ηλικία των 35 ετών.

Τώρα λοιπόν που οι διακοπές τελείωσαν και πολλοί σκέφτονταν να διατηρήσουν το χρώμα που πήραν με τεχνητά μέσα, καλύτερα να το ξανασκεφτούν και αντ’ αυτού να κάνουν έναν έλεγχο του δέρματός τους για τυχόν ύποπτα σημάδια, δηλαδή η εμφάνιση νέου σπίλου (ελιά) ή μια αλλαγή στην εμφάνιση ενός υπάρχοντος. Η έγκαιρη διάγνωση του μελανώματος είναι σωτήρια. Το μόνο που χρειάζεται είναι τακτική αυτοεξέταση και δερματοσκόπηση μια φορά το χρόνο, ιδανικά το φθινόπωρο», καταλήγει ο δρ Χρήστος Στάμου.