
Συναγερμός στην Ευρώπη για το κουνούπι «Τίγρης της Ασίας»: Tα κρούσματα τσικουνγκούνια και δάγκειου πυρετού ξεπέρασαν του Δυτικού Νείλου
O τίγρης της Ασίας, το ασπρόμαυρο ραβδωτό κουνούπι που έφτασε στην Ευρώπη στα μέσα της δεκαετίας του ’90 αναζωπυρώνει πλέον τις ανησυχίες της ΕΕ για νέες επιδημίες.
Η φετινή εμφάνιση μεγάλου αριθμού κρουσμάτων ειδικά του chikungunya (τσικουνγκούνια- CHIK) αλλά και του δάγκειου πυρετού (DEN) σε δεκάδες περιοχές της Γαλλίας και της Ιταλίας δείχνουν ότι το «άσχημο σενάριο» που εδράζεται στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αρχίζει δυστυχώς να επιβεβαιώνεται.
Πιο συγκεκριμένα έως τις 8/10/2025 έχουν καταγραφεί 700 αυτόχθονα κρούσματα του ιού τσικουνγκούνια στη Γαλλία και 353 στην Ιταλία σε περισσότερες από 68 εστίες στην Γαλλία και 4 στην Ιταλία αντίστοιχα.
Ο Τίγρης της Ασίας, το κουνούπι Aedes albopictus όπως είναι η επιστημονική του ονομασία, είναι ικανός διαβιβαστής και των δύο ασθενειών και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του όπως να τσιμπάει κατά τη διάρκεια της ημέρας και κυρίως σε εξωτερικούς χώρους το καθιστούν τον υπ’ αριθμόν 1 διαβιβαστή για την εμφάνιση νέων κρουσμάτων και κατά συνέπεια και έναν από τους κυριότερους στόχους πλέον των μέτρων καταπολέμησης κουνουπιών.
Γιατί γλίτωσε η Ελλλάδα
H Ελλάδα ευτυχώς μέχρι σήμερα είναι εκτός του ευρωπαϊκού χάρτη κρουσμάτων δάγκειου και chikungunya, γεγονός το οποίο συσχετίζεται πιθανότατα με την απουσία ταξιδιωτών από ενδημικές για τις εν λόγω ασθένειες περιοχές και χώρες. Ωστόσο αντιμετώπισε και πάλι έναν σημαντικό αριθμό κρουσμάτων ιού του Δυτικού Νείλου (ΙΔΝ), όχι ευτυχώς της ίδιας έντασης με τα προηγούμενα χρόνια.
Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΔΥ μέχρι 8 Οκτωβρίου είχαν καταγραφεί 8 θάνατοι και 93 κρούσματα ιού του Δυτικού Νείλου στην χώρα και μόνο 4 εξ αυτών σε περιοχές της Κεντρικής Μακεδονίας, περιφέρεια στην οποία ο ΙΔΝ ενδημεί από το 2010.
Οι ειδικοί στην εφαρμογή προγραμμάτων καταπολέμησης κουνουπιών εκτιμούν ότι ο πρώιμος καύσωνας στα τέλη Ιουνίου «αποσυντόνισε» την αλυσίδα της μετάδοσης του ιού του Δυτικού Νείλου μεταξύ κουνουπιών και πουλιών με αποτέλεσμα τα πουλιά να μην είναι μολυσματικά καθιστώντας έτσι τα κουνούπια μη μεταδοτικά της νόσου.
Σε αυτό συνηγορεί το γεγονός ότι μέχρι τον μήνα Ιούλιο δεν είχαν συλλεχτεί θετικά στον ιού του Δυτικού Νείλου κουνούπια και παράλληλα στο δίκτυο των ζωων δεικτών (οικόσιτα πουλερικά) η οροθετικότητα ήταν ιδιαίτερα χαμηλή σε σύγκριση με άλλες χρονιές.
Όπως εξήγησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Sandra Gewehr, διευθύντρια του τμήματος R&D της εταιρείας Οικοανάπτυξη και τέως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Καταπολέμησης κουνουπιών (European Mosquito Control Association, EMCA) που εξειδικεύεται στην επιχειρησιακή έρευνα για τα προγράμματα καταπολέμησης κουνουπιών, «στην περίπτωση του ιού του Δυτικού Νείλου η μετάδοση γίνεται με το κοινό κουνούπι, το είδος Culex pipiens ένα αυτόχθονο είδος που αναπαράγεται στην Ελλάδα αλλά και σχεδόν σε όλο τον κόσμο. Η καταπολέμηση κουνουπιών στις επηρεαζόμενες περιοχές, λέει η κα Gewehr, εστιάζει στο συγκεκριμένο είδος και μπορεί να κριθεί ως αποτελεσματική».
Αντίθετα στην περίπτωση της τσικουνγκούνια και του δάγκειου πυρετού ο κύριος διαβιβαστής στην Ευρώπη είναι ο «Τίγρης της Ασίας», το Aedes albopictus, και η διαφορά τους με τον ιό του Δυτικού Νείλου είναι ότι και οι δύο ασθένειες μεταδίδονται από άνθρωπο σε άνθρωπο μέσω του κουνουπιού (ενώ για τον ιό του Δυτικού Νείλου ο άνθρωπος αποτελεί τελικό ξενιστή δηλαδή τα κουνούπια δεν μπορούν να μολυνθούν με τον ιό τσιμπώντας έναν άνθρωπο αλλά μόνο τσιμπώντας τα πουλιά- φορείς), οπότε ο πολλαπλασιασμός των κρουσμάτων δύναται να συμβεί με πολύ αυξημένο ρυθμό.
Τα κρούσματα σε Γαλλία και Ιταλία
Η ίδια χαρακτήρισε ανησυχητική την εμφάνιση τόσων κρουσμάτων και των δυο νόσων σε Ιταλία και Γαλλία φέτος και σε τόσες πολλές περιοχές. «Η Ιταλία», σημειώνει, «έχει αντιμετωπίσει σημαντικές επιδημίες της τσικουνγκούνιας και το 2007 και το 2017 οπότε ουσιαστικά πρόκειται για επανεμφάνιση της νόσου στη γειτονική χώρα, ενώ στην Γαλλία έως το 2024 είχαν καταγραφεί μόνο σποραδικά κρούσματα».
Η μεγαλύτερη πρόκληση για τις ευρωπαϊκές υπηρεσίες δημόσιας υγείας και τα προγράμματα καταπολέμησης κουνουπιών είναι η αντιμετώπιση του κουνουπιού «Τίγρης» που δεν είναι το ίδιο αποτελεσματική όπως στην περίπτωση του ιού του Δυτικού Νείλου και της ελονοσίας επειδή αφορά αποκλειστικά το δομημένο περιβάλλον. Η καταπολέμηση του «Τίγρη» ο οποίος αναπαράγεται κυρίως σε ιδιωτικούς χώρους, είναι δύσκολη και απαιτεί εντατική ενημέρωση, την προσοχή και συμμετοχή των πολιτών.
Τα 1.000 κρούσματα CHIK και DEN στα οποία ενέχεται ο Τίγρης συνεπάγεται πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο για την Δημόσια Υγεία ιδιαίτερα στην Νότια Ευρώπη στο άμεσο μέλλον απ’ ό,τι ο Ιός του Δυτικού Νείλου ο οποίος καταγράφηκε συνολικά σε 28 χώρες της Ευρώπης. Είναι η πρώτη φορά που τα κρούσματα CHIK και DEN ξεπέρασαν αυτά του ΙΔΝ.
«O λόγος της εμφάνισης τόσων πολλών κρουσμάτων CHIK και DEN σε χώρες της Ε.Ε. όπως πχ σε Γαλλία, Ιταλία οφείλεται κυρίως στις αθρόες μετακινήσεις ταξιδιωτών σε περιοχές που ενδημούν δάγκειος και τσικουνγκούνια» εκτίμησε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η ομότιμη καθηγήτρια Ιατρικής ΑΠΘ Άννα Παπά- Κονιδάρη «αλλά και στις μετακινήσεις ειδών κουνουπιών όπως πχ το Albopictus (Τίγρης της Ασίας) που λόγω της κλιματικής αλλαγής μετακινείται από τις μεσογειακές ακτές σε βορειότερες ευρωπαϊκές περιοχές. Ευνοείται απ΄ το περιβάλλον και είναι πλέον παντού…»
Ειδικά για την Κεντρική Μακεδονία πάντως, όπου ο ιός του Δυτικού Νείλου «μετράει» 15ετή παρουσία το σύνολο των ειδικών επιστημόνων υπογραμμίζει ότι το περασμένο καλοκαίρι λόγω των λιγοστών κρουσμάτων(κανένα θανατηφόρο) ήταν «το καλύτερο απ όλα για την δημόσια υγεία».
Δεν μπορούμε όμως – ανέφερε η κυρία Παπά-Κονιδάρη – «με τα σημερινά δεδομένα να εκτιμήσουμε τι μπορεί να συμβεί την επόμενη χρονιά. Εξαρτάται από πολλούς παράγοντες κι ένας απ αυτούς είναι η ένταση του χειμώνα. Κάτω από ποιες συνθήκες θα ξεχειμωνιάσουν τα κουνούπια. Αν έχουμε έναν ήπιο χειμώνα αυτό θα μπορούσε κατόπιν να επηρεάσει ευνοϊκά τους πληθυσμούς τους…»
Η ΕΕ μέσω των θεσμικών της οργάνων όπως είναι το ΕCDC, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αλλά και ο ΠΟΥ-Ευρώπης έχει ανησυχήσει εδώ και χρόνια για τον κίνδυνο νέων επιδημιών από μολυσματικές ασθένειες που μεταδίδονται από κουνούπια και ιδιαίτερα μετά τις εκθέσεις για την κλιματική αλλαγή που δημιουργεί πιο ευνοϊκές συνθήκες για την διασπορά εντόμων διαβιβαστών.
Προ πανδημίας του κορονοϊού και μάλιστα από το 2012 είχε εκδώσει κατευθυντήριες οδηγίες για την επιτήρηση «χωροκατακτητικών» ειδών κουνουπιών ενώ η Επιτροπή μέσω του Ινστιτούτου Κοινής Έρευνας (Joint Research Centre, JRC) δημοσίευσε απ’ το 2018 σχετική έκθεση που επισημαίνει το ρόλο αλλαγής του κλίματος στη διάδοση μεταδιδόμενων νόσων από έντομα, όπως ο δάγκειος πυρετός, η chikungunya (τσικουνγκούνια), ο ιός του Δυτικού Νείλου καιο ιός Ζίκα (JRC 2018: “Toward Climate Change Impact: Vectors carrying viral infection”).
Πηγή: ygeiamou.gr