«Δεν αποκλείεται στις συμβάσεις εργασίας να υπάρχει όρος για τον εμβολιασμό του εργαζόμενου» δήλωσε ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου.
Ως πλήρως εναρμονισμένη με τους νόμους και με το Σύνταγμα χαρακτήρισε ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Κώστας Χρυσόγονος την διαδικασία διαχωρισμού σε ότι αφορά την εργασία, όσων έχουν κάνει το εμβόλιο κατά του κορωνοϊού και σε όσους αρνούνται να εμβολιαστούν, με αφορμή την υποχρέωση εμβολιασμού όσων στελεχώνουν τις ομάδες της ΕΜΑΚ.
Όπως είπε, στις συμβάσεις εργασίας και δη τις ατομικές που θα υπογραφούν από εδώ και πέρα, βάσει της αρχής της ελευθερίας των συμβάσεων, που κατοχυρώνονται και από το Σύνταγμα, δεν αποκλείεται να υπάρχει σαφής όρος αναφορικά με τον εμβολιασμό του εργαζόμενου, ως προϋπόθεση για την απασχόληση του από τον εργοδότη, κάτι που δύσκολα θα ανατρέψει κάποιο δικαστήριο.
Όπως σημείωσε, σε υφιστάμενες συμβάσεις εργασίας, νομικώς υπάρχει κάλυψη για να μην χάσουν την δουλειά τους όσοι αρνηθούν να κάνουν το εμβόλιο, αναφέροντας την περίπτωση της ΕΜΑΚ, όπου όσοι δεν εμβολιαστούν θα μετατεθούν σε άλλες υπηρεσίες.
Μιλώντας στον ΑΝΤ1, ο κ. Χρυσόγονος είπε ότι το Σύνταγμα καλύπτει την ελευθερία όσων θέλουν να μην κάνουν το εμβόλιο, όμως παραλλήλως υποχρεώνει το Κράτος να προστατεύει την υγεία των πολιτών, λαμβάνοντας μέτρα που υποδεικνύουν οι επιστήμονες.
Όπως σημείωσε, η αρχή της ισότητας, προβλέπει ίδια αντιμετώπιση για ίδιες καταστάσεις. Όποιος είναι εμβολιασμένος δεν είναι σε ίδια κατάσταση με τον μη εμβολιασμένο, καθώς ο πρώτος αποτελεί πολύ μικρότερο κίνδυνο για την δημόσια υγεία σε σχέση με τον δεύτερο και έτσι μπορούν να υπάρξουν διαφορετικές μεταχειρίσεις, όπως στην ΕΜΑΚ, με μετάθεση σε άλλες υπηρεσίες, αλλά δεν μπορεί να απολύσει τους μη εμβολιασμένους.
Όπως σημείωσε, απορρέει από τα συνταγματικά δικαιώματα κάθε πολίτη να μην κάνει το εμβόλιο και να μην τον υποχρεώσει το Κράτος να κάνει το εμβόλιο, ενώ επεσήμανε ξανά ότι η προστασία των εργαζόμενων έχει άμεση συνάφεια με τους όρους των συμβάσεων εργασίας και κυρίως όσων υπογραφούν από εδώ και πέρα.