Οφθαλμικό μελάνωμα: Πού εντοπίζεται ο πιο επικίνδυνος ενδοφθάλμιος όγκος των ενηλίκων

Το μελάνωμα είναι ένα είδος καρκίνου που αναπτύσσεται στα χρωστικά κύτταρα (μελανοκύτταρα) του σώματος. Στον οφθαλμό τέτοια κύτταρα υπάρχουν στον επιπεφυκότα, στην ίριδα, στο ακτινωτό σώμα και στον χοριοειδή.

Το οφθαλμικό μελάνωμα είναι μια εξαιρετικά κακοήθης νόσος, κατά την οποία δεν κινδυνεύει μόνο το μάτι αλλά και η ίδια η ζωή του ασθενούς αφού μπορεί να προκαλέσει μεταστάσεις σε άλλα όργανα.
Τα μελανώματα στον οφθαλμό μπορεί να είναι πρωτοπαθή, αλλά και να προέρχονται από πρωτοπαθείς όγκους σε άλλες περιοχές του σώματος όπως στο δέρμα, στον πνεύμονα ή στο μαστό.

Το ενδοφθάλμιο μελάνωμα συνήθως προσβάλλει το ένα μόνο μάτι και μπορεί να εντοπίζεται στον χοριοειδή, στο ακτινωτό σώμα ή στην ίριδα. Το χοριοειδικό μελάνωμα είναι ο πιο διαδεδομένος πρωτοπαθής ενδοφθάλμιος όγκος στους ενήλικες και είναι συνήθως θανατηφόρο με 25% θνησιμότητα σε βάθος πενταετίας.

Ποια είναι τα συμπτώματα;
Συχνά το χοριοειδικό μελάνωμα αποτελεί τυχαίο εύρημα στο πλαίσιο μιας οφθαλμολογικής εξέτασης και αυτό γιατί συνήθως είναι ασυμπτωματικό. Κάποια από τα συμπτώματα που ενδεχομένως να παρουσιάσουν οι ασθενείς είναι η φωταψία, τα μυγάκια, ελλείματα στο οπτικό πεδίο αλλά και μείωση οπτικής οξύτητας. Σε μερικές
περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει δευτεροπαθές γλαύκωμα ή φλεγμονή σχετιζόμενη με τον οφθαλμικό όγκο.
Είναι εξαιρετικά σημαντικό, και ειδικά σε ασθενείς με ιατρικό ιστορικό καρκίνου, να γίνεται μία φορά το χρόνο μια ολοκληρωμένη οφθαλμολογική εξέταση που να περιλαμβάνει και λεπτομερή βυθοσκόπηση, δηλαδή λεπτομερή εξέταση του οπίσθιου
ημιμορίου του οφθαλμού.

Πώς γίνεται η διάγνωση;
Συνηθισμένες διαγνωστικές εξετάσεις στην περίπτωση του χοριοειδικού μελανώματος είναι το υπερηχογράφημα οπίσθιου ημιμορίου, η φωτογραφία οπίσθιων ημιμοριών του οφθαλμού, ο αυτοφθορισμός, η οπτική τομογραφία συνοχής και η φλουροαγγειογραφία. Πολύ σπάνια και σε πολύ συγκεκριμένες περιπτώσεις θα χρειαστεί να γίνει βιοψία του χοριοειδικού μελανώματος για επιβεβαίωση της κλινικής διάγνωσης. Είναι σημαντικό η επιβεβαίωση της διάγνωσης και στη συνέχεια, η παρακολούθηση του ασθενούς με χοριοειδικό μελάνωμα να γίνεται από οφθαλμίατρο
εξειδικευμένο σε οφθαλμικούς όγκους.

Πώς θεραπεύεται το χοριοειδικό μελάνωμα;
Τα τελευταία χρόνια έχει γίνει σημαντική πρόοδος στη διάγνωση και στη θεραπεία του χοριοειδικού μελανώματος στους ενήλικες.
Γενικά, η θεραπεία του χοριοειδικού μελανώματος εξαρτάται από το μέγεθος του όγκου, την τοποθεσία του, τα συνοδά στοιχεία, την κατάσταση του άλλου οφθαλμού,
τη γενικότερη υγεία και ηλικία του ασθενούς και φυσικά το τι επιθυμεί ο ίδιος ο ασθενής. Οι πιο συνηθισμένες θεραπευτικές επιλογές για το χοριοειδικό μελάνωμα είναι η βραχυθεραπεία με επισκληρικές πλάκες, η στερεοτακτική ακτινοχειρουργική με Gamma-knife, η ακτινοβολία με πρωτόνια, η αφαίρεση του χοριοειδικού όγκου διαμέσου του υαλοειδούς ή του σκληρού χιτώνα και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και η εξόρυξη του οφθαλμού. Κάποιες από τις παραπάνω θεραπείες, και αναλόγως βέβαια και με τα χαρακτηριστικά και το μέγεθος του χοριοειδικού όγκου, μπορούν να συνδυαστούν και με διακορική θερμοθεραπεία, με φωτοδυναμική θεραπεία, καθώς και με ενδουαλοειδικές antiVEGF ενέσεις.

Παρότι, όμως, έχει προχωρήσει σημαντικά η θεραπεία του χοριοειδκού μελανώματος, έχουμε πολλά ακόμη να ανακαλύψουμε για την παθοφυσιολογία του και ελπίζουμε ότι νέες θεραπείες θα περιορίσουν τις επιπλοκές των τρεχουσών θεραπειών και -γιατί όχι;- θα αυξήσουν και το προσδόκιμο ζωής των ασθενών μας.

Πρόγνωση του χοριοειδικού μελανώματος
Οι ασθενείς με χοριοειδικό μελάνωμα πρέπει να παρακολουθούνται στενά τόσο για τον κίνδυνο υποτροπών του χοριοειδικού μελανώματος όσο και για τον κίνδυνο συστηματικών μεταστάσεων ιδιαίτερα στο ήπαρ, στον πνεύμονα και στο δέρμα.
Συστήνεται σε αυτούς τους ασθενείς, παράλληλα με την τακτική παρακολούθησή τους από οφθαλμικό ογκολόγο για την εξέλιξη του οφθαλμικού όγκου, να παρακολουθούνται οπωσδήποτε ταυτόχρονα και από παθολόγο-ογκολόγο.
Η κακή πρόγνωση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες όπως το μεγάλο μέγεθος του όγκου, η τοποθεσία του στο ακτινωτό σώμα, η εξωσκληρική επέκταση καθώς και η ύπαρξη στο χοριοειδικό μελάνωμα συγκεκριμένων ιστοπαθολογικών και κυτταρογενετικών ευρημάτων.