Η υποδόρια σε αντίθεση με την ενδομυϊκή χορήγηση mRNA εμβολίου κατά της Covid-19 μπορεί να μειώσει τις παρενέργειες και κυρίως την κόπωση μετά τον εμβολιασμό, χωρίς να επηρεάζεται η ανοσοαπόκριση.
Παρά την υψηλή αποτελεσματικότητά τους κατά του ιού SARS-CoV-2, τα mRNA εμβόλια εναντίον της COVID-19 που εγχέονται με ενδομυϊκή ένεση συσχετίζονται με ανεπιθύμητες παρενέργειες μετά τον εμβολιασμό, όπως είναι η κόπωση.
Ερευνητές από την Ιατρική Σχολή Duke–NUS στη Σιγκαπούρη προτείνουν τώρα έναν εναλλακτικό τρόπο χορήγησής τους με υποδόρια ένεση, που θα μπορούσε να κάνει έγχυση φαρμάκου στον ιστό μεταξύ του δέρματος και του μυός.
Και αυτό γιατί σε πειράματα που διενήργησε σε ποντίκια η ερευνητική ομάδα διαπίστωσε ότι η υποδόρια ένεση των εμβολίων mRNA κατά της COVID-19 μπορεί να μειώσει τις ανεπιθύμητες παρενέργειες μετά τον εμβολιασμό, όπως είναι η κόπωση, προκαλώντας παρόμοιες αποκρίσεις στο ανοσοποιητικό σύστημα.
Στη νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε χθες στο περιοδικό ανοιχτής πρόσβασης PLOS Biology, η Ayesa Syenina και οι συνεργάτες της αναφέρουν ότι σε μια νέα ανάλυση δειγμάτων αίματος από εμβολιασμένα άτομα εντοπίστηκαν διακριτά μοριακά χαρακτηριστικά που συνδέονται με αυξημένη πιθανότητα κόπωσης μετά τον εμβολιασμό.
Επιπλέον, σε πειράματα σε ποντίκια υποδεικνύεται ότι η αλλαγή του τρόπου χορήγησης του εμβολίου θα μπορούσε ενδεχομένως να μειώσει αυτές τις δυσμενείς επιπτώσεις που μπορεί να επηρεάσουν την προθυμία των ανθρώπων να εμβολιαστούν ή να λάβουν αναμνηστική δόση.
Η Syenina και οι συνεργάτες της ανέλυσαν δείγματα αίματος από 175 εργαζόμενους στον τομέα της υγείας που έλαβαν το εμβόλιο Pfizer-BioNTech για την COVID-19. Συγκεκριμένα, χρησιμοποίησαν τα δείγματα αίματος για να αναλύσουν ένα στιγμιότυπο του επιπέδου γονιδιακής έκφρασης κάθε συμμετέχοντα ή να δουν ποια γονίδια είναι ενεργοποιημένα ή απενεργοποιημένα.
Τα αποτελέσματα της ανάλυσης
Από αυτήν την ανάλυση προέκυψε ότι τα άτομα που εμφάνισαν μέτρια ή βαριά κόπωση μετά τον εμβολιασμό εμφάνισαν περισσότερες πιθανότητες υψηλότερης έκφρασης γονιδίων που σχετίζονται με τη δραστηριότητα των Τ κυττάρων και των φυσικών κυττάρων φονέων (δύο βασικών τύπων κυττάρων στο ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα).
Οι ερευνητές εξέτασαν επίσης δύο διαφορετικούς τρόπους έγχυσης εμβολίου σε ποντίκια, με ενδομυϊκή και με υποδόρια ένεση. Μετά τον εμβολιασμό, τα ποντίκια που έλαβαν υποδόριο εμβόλιο παρουσίασαν αποκρίσεις του ανοσοποιητικού συστήματος που συμβαδίζουν με μικρότερη πιθανότητα εμφάνισης ανεπιθύμητων ενεργειών όπως η κόπωση και χωρίς να επηρεάζεται η ανοσοπροστασία.
Οι ερευνητές, αν και ενισχύουν την κατανόηση της κόπωσης μετά τον εμβολιασμό και προτείνουν μια πιθανή στρατηγική χορήγησης εμβολίου για τη μείωση της εμφάνισής της, εκτιμούν πως θα χρειαστεί περαιτέρω διερεύνηση της κλινικής σημασίας αυτών των ευρημάτων.
«Αυτή η μελέτη παρέχει μια πρώτη εικόνα της μοριακής βάσης μιας παρενέργειας που πολλοί έχουν βιώσει μετά τον εμβολιασμό με mRNA εμβόλιο. Ελπίζουμε ότι αυτό το εύρημα θα δώσει ώθηση σε περισσότερες μελέτες για την πλήρη κατανόηση των υποκείμενων μηχανισμών πίσω από τις παρενέργειες που σχετίζονται με το εμβόλιο και συλλογικά θα συμβάλει στην ανάπτυξη ακόμη πιο ανεκτών εμβολίων», προσθέτει ο συν-συγγραφέας της μελέτης Eng Eong Ooi.