Ιατρική εμβρύου – Περιγεννητική απώλεια: Ανακοινώνοντας άσχημα νέα στους μελλοντικούς γονείς
Η πρώτη ημερίδα με θέμα «Breaking Bad News στην Μαιευτική και Γυναικολογία», που διοργανώθηκε από την Α᾽ Μαιευτική και Γυναικολογική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών του Νοσοκομείου Αλεξάνδρα (Διευθυντής: Γ. Δασκαλάκης), εστίασε στο πώς επικοινωνούν οι ιατροί τα άσχημα νέα για την υγεία στους ασθενείς τους.
Πώς ανακοινώνεται, για παράδειγμα, στους μελλοντικούς γονείς κάποιο πρόβλημα που μπορεί να διαγνωσθεί προγεννητικά στο έμβρυο ή ακόμα και νέα που αφορούν στον ενδομήτριο θάνατο;
Με την επιβεβαίωση της επιθυμητής κύησης οι γονείς βιώνουν συναισθήματα ενθουσιασμού αλλά και προσμονής καθώς ελπίζουν σε μία εγκυμοσύνη χωρίς επιπλοκές, έναν ασφαλή τοκετό και ένα υγιές νεογνό. Στις περισσότερες περιπτώσεις τα αποτελέσματα των προγεννητικών εξετάσεων είναι φυσιολογικά και συνεπώς καθησυχαστικά. Αυτό δίνει στους γονείς τον χρόνο και τις προϋποθέσεις για να αναπτύξουν τις ψυχικές διεργασίες που θα τους προετοιμάσουν για τον γονεϊκό τους ρόλο. Οι γονείς δεν έχουν «ρεαλιστική» εικόνα για το έμβρυο το οποίο βρίσκεται στη μήτρα. Το ζευγάρι «δημιουργεί» ένα «είδωλο» του αγέννητου παιδιού, το οποίο έχει την εικόνα που έχουν σχηματίσει βάσει των προσδοκιών αλλά και των εμπειριών τους («ιδανικό παιδί»).
Υπάρχουν όμως περιπτώσεις στις οποίες η κύηση δεν εξελίσσεται ομαλά και κατά τη διάρκεια των προγεννητικών εξετάσεων διαγιγνώσκεται ανατομική ανωμαλία του εμβρύου, μία επιπλοκή της κύησης ή ακόμη ενδομήτριος θάνατος. Τότε η ψυχική διεργασία της γονεϊκότητας διακόπτεται απότομα δημιουργώντας αίσθημα απώλειας. Η ανακοίνωση ενός αρνητικού νέου κατά την εγκυμοσύνη παρουσιάζει ποιοτική διαφορά στην επίδραση στον ψυχισμό μας καθώς το περιεχόμενο δεν είναι αναμνησιακό, αλλά αφορά ένα μέλλον που δε θα υπάρξει, αφορά όλα όσα μια μητέρα ονειροπόλησε για το παιδί της.
Η θλίψη σε μια περιγεννητική απώλεια είναι προδρομική. Αφορά τις επιθυμίες και τις ελπίδες του ζευγαριού για ένα παιδί που ονειρεύτηκαν μαζί αλλά και ο καθένας χωριστά, κάποτε πριν καν το ζευγάρι γνωριστεί. Στην περιγεννητική απώλεια δεν υπάρχει ένα αναγνωρισμένο «πρόσωπο» που θρηνείται, ούτε τελετουργικά που να βοηθούν στην «κοινωνική» αναγνώριση της απώλειας και τη στήριξη από φίλους και δικούς. Είναι μια απώλεια σιωπηλή, «κοινωνικά άρρητη», κάτι που εντείνει τα συναισθήματα θλίψης, ενοχής, θυμού, ντροπής, ανεπάρκειας, μοναξιάς και απομόνωσης που νιώθει το ζευγάρι. Έτσι συχνά η περιγεννητική απώλεια και η θλίψη που επιφέρει δεν γίνονται αντιληπτά ή δεν αξιολογούνται ως σημαντικά από το περιβάλλον του ζευγαριού ή τους θεράποντες με αποτέλεσμα η υποστήριξη που προσφέρεται να είναι ελλιπής.
Όταν ανιχνευθεί κάποια ανωμαλία στο έμβρυο, ο ιατρός αναλαμβάνει το δύσκολο έργο να ανακοινώσει τη διάγνωση στο ζευγάρι. Παρά το γεγονός ότι η ανακοίνωση δυσάρεστων αποτελεσμάτων είναι συχνή στην ενασχόληση με την ιατρική του εμβρύου, μόνο το 6–15% των ιατρών έχουν επίσημη εκπαίδευση για την ανακοίνωση των «κακών νέων».
Η ανακοίνωση ενός παθολογικού ευρήματος κατά τη διάρκεια της προγεννητικής παρακολούθησης αποτελεί μία πρόκληση καθώς ο τρόπος που οι γονείς αντιλαμβάνονται τα νέα εξαρτάται απόλυτα από τις εμπειρίες, τις φιλοσοφικές και θρησκευτικές απόψεις αλλά και τις επιθυμίες τους. Στις περιπτώσεις αυτές οι επαγγελματίες υγείας καλούνται να διαχειριστούν μία δύσκολη κατάσταση στην οποία συναισθήματα δυσπιστίας, άγχους και θυμού αναμιγνύονται με θλίψη, ματαίωση και τύψεις. Ο τρόπος που θα ανακοινώσουμε τη διάγνωση στους μελλοντικούς γονείς είναι καθοριστικής σημασίας.