Η παραλλαγή Omicron εξαπλώνεται ταχύτατα με τους ειδικούς να εκτιμούν ότι μέσα στους επόμενους δύο μήνες το 40% του πληθυσμού θα έχει μολυνθεί με την νέα παραλλαγή του SARS-CoV-2.
Σύμφωνα δε με τα μέχρι στιγμής στοιχεία η νέα παραλλαγή δεν φαίνεται να προκαλεί σοβαρή νόσηση συγκριτικά με τη Δέλτα αν και ο Τέντρος Αντάνομ Γκεμπρεγέσους, Γενικός Διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας επισημαίνει ότι «ενώ η omicron φαίνεται λιγότερο σοβαρή συγκριτικά με τη δέλτα, ιδιαίτερα στους εμβολιασμένους, αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να κατηγοριοποιηθεί ως ήπια».
Για ποιους λόγους όμως η omicron φαίνεται και μάλλον είναι, λιγότερο σοβαρή από τη Δέλτα; Το ερώτημα προσπαθεί να απαντήσει σε άρθρο του στο The Conversation o Luke O’Neill καθηγητής βιοχημείας στο Κολλέγιο Trinity του Δουβλίνου.
Αρχικά η παραλλαγή omicron φαίνεται ότι «προτιμά» το ανώτερο αναπνευστικό σύστημα όπως κάποιοι άλλοι κορωνοϊοί του κοινού κρυολογήματος π.χ. ο OC43. Παραμένοντας ψηλά στο αναπνευστικό και μακριά από τους πνεύμονες προκαλει και ηπιότερα συμπτώματα που προσομοιάζουν στο κοινό κρυολόγημα.
Υπάρχει όμως και μια ακόμη εξήγηση για το γεγονός ότι η Omicron προκαλεί λιγότερο σοβαρή νόσο. Και αυτή είναι ότι ένα κομβικο σημείο της ανοσολογικής απάντησης του οργανισμού, τα T κύτταρα της ανοσιακής μνήμης, μπορούν να εξουδετερώσουν αποτελεσματικά τα μολυσμένα με την νέα παραλλαγή κύτταρα του ξενιστή.
Σημείωνεται ότι η νέα παραλλαγή διαφεύγει των αντισωμάτων που έχουν ως στόχο τη πρωτείνη ακίδα του SARS-CoV-2. Ο λόγος είναι ότι με την omicron τα μέρη της πρωτείνης ακίδας που αναγνωρίζουν τα αντισώματα έχουν αλλάξει κατά πολύ, με αποτέλεσμα τα αντισώματα να μην μπορούν να εξουδετερώσουν τον ιό. Ωστόσο φαίνεται ότι με την ενισχυτική δόση του εμβολίου και την σχετική αύξηση των αντισωμάτων το ανοσοποιητικό σύστημα ενισχύεται ικανοποιητικά ως προς την ποσότητα των αντισωμάτων, μια συνθήκη ικανή για να εξουδετερωθεί η πρωτείνη ακίδα – και ένας καλός λόγος να εμβολιαστούμε με την τρίτη δόση.
Ωστόσο αυτό που δεν μπορεί να καταφέρει τόσο ικανοποιητικά η πρώτη γραμμή ανοσιακής άμυνας – τα αντισώματα – το επιτυγχάνει η δεύτερη – τα Τ κύτταρα ή Τ λεμφοκύτταρα. Τα κύτταρα αυτά μπορούν να αναγνωρίσουν, να εντοπίσουν και να εξαλείψουν τα μολυσμένα με την Omicron κύτταρα του οργανισμού. Εξουδετερώνοντας τα κύτταρα εξαλειφεται και ο ιός. Μοιάζει με ένα είδος ελεγχόμενης έκρηξης.
Τα Τ κύτταρα στον οργανισμό μας που έχουν δημιουργηθεί και ωριμάσει με σκοπό να εξουδετερώσουν μια προηγούμενη έκδοση της πρωτείνης ακίδας (που βρίσκεται στα εμβόλια) μπορούν να επιτελέσουν αυτό το έργο. Αρκετές έρευνες έχουν δείξει ότι τα Τ κύτταρα που δημιουργούνται από τον εμβολιασμό κατά του κορωνοϊού έχουν διατηρήσει την ικανότητά τους να εξουδετερώνουν την omicron με αυτόν τον τρόπο.
Ο δρ Luke O’Neill μας υπενθυμίζει ότι το ανοσοποιητικό μας σύστημα δεν σταματά να διαμορφώνεται μέσα στα εκατομμύρια χρόνια της εξέλιξης του ανθρώπου. Επομένως τα βέλη στην ανοσιακή φαρέτρα κατά του κορωνοιού δεν έχουν τελειώσει και ένα καλό χαρτί που «παίζει» η άμυνά μας ενάντια στην omicron είναι τα Τ κύτταρα. Και όπως και άλλα μέρη του ανοσοποιητικού συστήματος, τα Τ κύτταρα διατηρούν στη μνήμη τους τη μάχη κατά του κορωνοϊού και την επαναλαμβάνουν σε ενδεχόμενη επαναμόλυνση. Μπορεί κάλλιστα να είναι σε θέση να επιτεθούν και να εξουδετερώσουν και μελλοντικές παραλλαγές του κορωνοϊού. Τα Τ-κύτταρα είναι ένας λόγος αισιοδοξίας ότι η πανδημία μπορεί σύντομα να γίνει παρελθόν.