Νέο εμβόλιο κατά της ελονοσίας «υπόσχεται» να αλλάξει τον κόσμο, ελπίδες ότι θα σταματήσει τους παιδικούς θανάτους
Ένα εμβόλιο «world changer» κατά της ελονοσίας αναπτύχθηκε από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Η ομάδα θα επιδιώξει να κυκλοφορήσει τον επόμενο χρόνο αφού οι δοκιμές έδειξαν έως και 80% προστασία έναντι της θανατηφόρας ασθένειας. Το σημαντικό, λένε οι επιστήμονες, είναι ότι το εμβόλιό τους που μπορεί να τερματίσει τους παιδικούς θανάτους από ελονοσία και που φέρει την ονομασία R21, είναι φθηνό και ότι ήδη έχει συμφωνηθεί με τον μεγαλύτερο κατασκευαστή εμβολίων στον κόσμο, το Serum Institute of India, η παραγωγή περισσότερων από 100 εκατομμυρίων δόσεων ετησίως.
Χρειάστηκε περισσότερο από έναν αιώνα για να αναπτυχθούν αποτελεσματικά εμβόλια, καθώς το παράσιτο της ελονοσίας, το οποίο μεταδίδεται από τα κουνούπια, είναι θεαματικά πολύπλοκο και άπιαστο. Είναι ένας διαρκώς κινούμενος στόχος, που αλλάζει μορφές μέσα στο σώμα δυσκολεύοντας την ανοσοποίηση.
Πέρυσι, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας έδωσε το ιστορικό «πράσινο φως» για το πρώτο εμβόλιο, που αναπτύχθηκε από τον φαρμακευτικό κολοσσό GSK και που θα χρησιμοποιηθεί στην Αφρική. Ωστόσο, η ομάδα της Οξφόρδης ισχυρίζεται ότι η προσέγγισή της είναι πιο αποτελεσματική και ότι το εμβόλιό της μπορεί να παρασκευαστεί σε πολύ μεγαλύτερη κλίμακα.
Τα αποτελέσματα των κλινικών δοκιμών σε 409 παιδιά στο Nanoro της Μπουρκίνα Φάσο που έχουν δημοσιευτεί στο περιοδικό Lancet Infectious Diseases υποδεικνύουν ότι τρεις αρχικές δόσεις που ακολουθούνται από μια αναμνηστική δόση μετά από έναν χρόνο παρέχουν έως και 80% προστασία.
«Πιστεύουμε ότι αυτά τα δεδομένα είναι τα πιο ενθαρρυντικά μέχρι στιγμής στο πεδίο δημιουργίας εμβολίων ελονοσίας», δήλωσε στο BBC News ο καθηγητής Adrian Hill, διευθυντής του Ινστιτούτου Jenner στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.
Διαδικασία έγκρισης του εμβολίου
Η ομάδα θα ξεκινήσει τη διαδικασία έγκρισης του εμβολίου της τις επόμενες εβδομάδες, αλλά η τελική απόφαση θα εξαρτηθεί από τα αποτελέσματα μιας μεγαλύτερης δοκιμής σε 4.800 παιδιά που αναμένονται πριν από το τέλος του έτους.
Η ελονοσία αποτελεί διαχρονικά μια από τις μεγαλύτερες μάστιγες για την ανθρωπότητα και προσβάλλει κυρίως νήπια και βρέφη. Η ασθένεια εξακολουθεί να σκοτώνει περισσότερους από 400.000 ανθρώπους ετησίως, ακόμη και μετά από δραματική πρόοδο στους τρόπους προφύλαξης με κουνουπιέρες, εντομοκτόνα και φάρμακα.
Αυτό το εμβόλιο κατά της ελονοσίας είναι το 14ο πάνω στο οποίο εργάστηκε η καθηγήτρια Katie Ewer στην Οξφόρδη, η οποία δήλωσε στο BBC News ότι: «ήταν απίστευτα ευχάριστο να φτάσουμε ως εδώ» και πως «αν αυτό το εμβόλιο κυκλοφορήσει μπορεί να αλλάξει πραγματικά τον κόσμο».
Το επί του παρόντος εγκεκριμένο εμβόλιο για την ελονοσία που παρασκευάζεται από την GSK έχει ομοιότητες με αυτό που αναπτύχθηκε στην Οξφόρδη. Και τα δύο στοχεύουν στο πρώτο στάδιο του κύκλου ζωής του παρασίτου, αναχαιτίζοντάς το προτού φτάσει στο συκώτι και εγκατασταθεί. Τα εμβόλια παρασκευάζονται χρησιμοποιώντας έναν συνδυασμό πρωτεϊνών από το παράσιτο της ελονοσίας και από τον ιό της ηπατίτιδας Β, αλλά η έκδοση της Οξφόρδης έχει υψηλότερη αναλογία πρωτεϊνών του παρασίτου. Η ομάδα πιστεύει ότι αυτό βοηθά το ανοσοποιητικό σύστημα να επικεντρωθεί στην ελονοσία και όχι στην ηπατίτιδα.
Η επιτυχία του εμβολίου GSK ενίσχυσε εν μέρει την αισιοδοξία της Οξφόρδης να καταφέρει να κυκλοφορήσει το εμβόλιό της το επόμενο έτος, αξιολογώντας φυσικά το πόσο εφικτό θα ήταν ένα πρόγραμμα εμβολιασμού στην Αφρική.
Είναι δύσκολο να γίνει μια άμεση σύγκριση των δύο εμβολίων. Το GSK έχει περάσει από μεγάλες δοκιμές στον πραγματικό κόσμο, ενώ τα δεδομένα της Οξφόρδης μπορεί να φαίνονται πιο αποτελεσματικά λόγω του ότι δίνονται λίγο πριν από την περίοδο έξαρσης της ελονοσίας στη Μπουρκίνα Φάσο.
Ο καθηγητής Azra Ghani, πρόεδρος του τομέα επιδημιολογίας μολυσματικών ασθενειών στο Imperial College του Λονδίνου, είπε ότι τα αποτελέσματα της δοκιμής είναι «πολύ ευπρόσδεκτα», αλλά προειδοποίησε ότι θα χρειαστούν χρήματα για να ολοκληρωθούν τα εμβόλια. «Χωρίς αυτήν την επένδυση, κινδυνεύουμε να χάσουμε ό,τι έχουμε καταφέρει μέχρι τώρα και να γίνουμε μάρτυρες μιας ισχυρής αναζωπύρωσης της ελονοσίας».