Λιγότεροι απ’ όσο πιστεύαμε ήταν όσοι συνολικά ένιωσαν μόνοι κατά την περίοδο των περιορισμών για τη διασπορά του κορωνοϊού, σύμφωνα με νεότερη μελέτη του American Psychological Association που δημοσιεύτηκε στο American Psychologist. Παρόλο όμως που η αύξηση των μοναχικών ατόμων ήταν μικρή, το αίσθημα της μοναξιάς θα μπορούσε να επηρεάσει μακροπρόθεσμα τη σωματική και ψυχική υγεία των ατόμων, καθώς και τη μακροζωία και την ευεξία.
«Δεδομένων των μικρών μεγεθών, οι τρομερές προειδοποιήσεις για μια «πανδημία μοναξιάς» μπορεί να είναι υπερβολικές. Ωστόσο, καθώς η μοναξιά συνιστά κίνδυνο για πρόωρο θάνατο και επιδείνωση της ψυχικής και σωματικής υγείας, θα πρέπει να παρακολουθείται στενά» επισημαίνει σχετικά η συγγραφέας της μελέτης, δρ. Mareike Ernst, από το Johannes Gutenberg- Πανεπιστήμιο Mainz στη Γερμανία.
Πόσο αυξήθηκε τελικά η μοναξιά;
Υπό το μικροσκόπιο της ομάδας των μελετητών τέθηκαν 34 μακροχρόνιες μελέτες από τέσσερις ηπείρους – κυρίως στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη – με περισσότερους από 200.000 συνολικά συμμετέχοντες. Στόχος ήταν να εντοπιστούν τυχόν αλλαγές στα επίπεδα της μοναξιάς, απόρροια των lockdowns, της κοινωνικής αποστασιοποίησης, της τηλεργασίας και της τηλεκπαίδευσης, από την έναρξη της πανδημίας και κατά τη διάρκειά της.
Αν και αυτοί οι περιορισμοί αύξησαν αναμφίβολα την κοινωνική απομόνωση, οι ερευνητές συμπέραναν ότι η κοινωνική απομόνωση δεν οδηγεί πάντα στη μοναξιά. Η κοινωνική απομόνωση ισούται με ένα μικρότερο κοινωνικό δίκτυο και λίγες αλλά υπαρκτές αλληλεπιδράσεις, ενώ η μοναξιά σχετίζεται με το οδυνηρό συναίσθημα του ατόμου που έχει λιγότερες ή κακής ποιότητας κοινωνικές σχέσεις από αυτές που επιθυμεί.
Αντιστοίχως, παρατηρήθηκε αύξηση στον επιπολασμό της μοναξιάς ισάξιο με 5% κατά μέσο όρο στις επιμέρους μελέτες κατά τη διάρκεια της πανδημίας, χωρίς όμως να αυξάνεται το ίδιο για όλες τις ομάδες. Συνεπώς, κρίνεται απαραίτητη η περαιτέρω έρευνα σχετικά με τους παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο για συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού. Μετράει περισσότερο η ποσότητα ή η ποιότητα των αλληλεπιδράσεων και πόσο διαφορετικά επηρεάζονται, για παράδειγμα, οι μαθητές και οι ηλικιωμένοι;
Παρόμοιες μελέτες θα μπορούσαν να συμβάλουν σε αποδοτικότερες και στοχευμένες θεραπείες για να βελτιώσουν την ποιότητα των επαφών τους. Τέλος, επειδή η πλειοψηφία των μελετών σε αυτήν την ανασκόπηση προήλθε από χώρες υψηλού και μεσαίου εισοδήματος, περαιτέρω μελέτες θα πρέπει επίσης να διερευνήσουν εάν η πανδημία έχει οδηγήσει σε αύξηση της μοναξιάς και στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, σύμφωνα με τους ερευνητές.