Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Pfizer έναντι της σοβαρής νόσου από την παραλλαγή δέλτα είναι πολύ υψηλή (81.1-100%, ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα).
Η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Pfizer έναντι της σοβαρής νόσου από τη μετάλλαξη Δέλτα φτάνει μέχρι και το 100%, σύμφωνα με τα νέα στοιχεία από το Ισραήλ που παραθέτει σε ανάρτηση του στο Facebook ο Ηλίας Μόσιαλος, καθηγητής της πολιτικής της υγείας στη Σχολή Οικονομικών του Λονδίνου.
Συγκεκριμένα, εξηγεί πως η αποτελεσματικότητα του εμβολίου της Pfizer έναντι της σοβαρής νόσου από την παραλλαγή δέλτα είναι πολύ υψηλή (81.1-100%, ανάλογα με την ηλικιακή ομάδα).
Η μετάδοση της παραλλαγής Δέλτα σε χώρες με υψηλά ποσοστά εμβολιασμού έχει οδηγήσει σε συζητήσεις αναφορικά με το πόσο αποτελεσματικά είναι πλέον τα εμβόλια και εάν όντως η αποτελεσματικότητα του εμβολίου μειώνεται μετά από κάποιους μήνες. Αυτό δημιουργεί μια διάχυτη ανησυχία και αυξάνονται οι φωνές που μιλούν για τη ματαιότητα του εμβολιασμού
Ταυτόχρονα, προκαλείται άγχος στους εμβολιασμένους πως τελικά δεν είναι προστατευμένοι.
Αναφορές από διάφορες χώρες δείχνουν ότι το 58.5% των ασθενών που νοσηλεύονται για COVID-19 είναι εμβολιασμένοι.
Με βάση αυτό το δεδομένο πολλά διεθνή (και εγχώρια) ΜΜΕ θεώρησαν ότι το εμβόλιο της Pfizer δεν είναι πλέον αποτελεσματικό. Ας κάνουμε μια ανάλυση του τι σημαίνει αυτό, χρησιμοποιώντας τα πρόσφατα ανακοινωμένα στοιχεία της ισραηλινής κυβέρνησης, και ας επικεντρωθούμε στην αποτελεσματικότητα του εμβολίου έναντι της σοβαρής νόσου και της νοσηλείας.
Από τους 515 ασθενείς που νοσηλεύονταν με σοβαρά συμπτώματα στο Ισραήλ, 301 (58,4%) αυτών των περιπτώσεων ήταν πλήρως εμβολιασμένοι, δηλαδή είχαν λάβει 2 δόσεις του εμβολίου της Pfizer (δείτε και τον πίνακα 1 στο συνημμένο σχήμα). Αυτό το σχεδόν 60% είναι που αναφέρεται συχνά ως απόδειξη της μείωσης της αποτελεσματικότητας των εμβολίων.
Μερικές φορές, αν κάποιος μη ειδικός παρατηρεί τα δεδομένα αλλά δεν ξέρει πως να τα αναλύσει ή εάν δεν ξέρει ποιοι άλλοι παράγοντες επηρεάζουν μια χώρα, οδηγείται σε παρερμηνείες. Δηλαδή, ενώ τα νούμερα είναι αληθινά, η αναφορά τους ως απόδειξη για χαμηλή αποτελεσματικότητα του εμβολίου είναι και λανθασμένη και παραπλανητική.
Όπως, ανάλυσε ο στατιστικός Jeffrey Morris(@covid-datascience) πρέπει να συνυπολογίσουμε τα εξής:
• Τα υψηλά ποσοστά εμβολιασμού στη χώρα (σχεδόν 80% όλων των πολιτών άνω των 12 ετών)
• Τη διαφορά ηλικίας μεταξύ των εμβολιασμένων καθώς, σχεδόν όλοι οι ηλικιωμένοι εμβολιάζονται (άνω του 90% των κατοίκων που είναι άνω των 50 ετών) και η συντριπτική πλειοψηφία των μη εμβολιασμένων είναι νεότεροι (άνω του 85% των μη εμβολιασμένων είναι κάτω των 50 ετών)
• Οι ηλικιωμένοι είναι πιο πιθανό να νοσηλευτούν μετά από λοίμωξη από κάποιο ιό του αναπνευστικού από τους νέους (οι κάτοικοι άνω των 50 ετών έχουν σχεδόν 20 φορές περισσότερες πιθανότητες να νοσηλευτούν με σοβαρές λοιμώξεις από τους κάτω των 50 ετών, και οι πολίτες άνω των 90 έχουν σχεδόν 1600 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα να νοσηλευτούν σοβαρά μετά από λοίμωξη από τους εφήβους 12-15 ετών)
Αν αναλύσουμε λοιπόν τα ποσοστά εμβολιασμού με διαστρωμάτωση ανά ηλικιακή ομάδα, από τα ίδια αυτά δεδομένα φαίνεται πως τα εμβόλια διατηρούν υψηλή αποτελεσματικότητα (85.2-91.8%) έναντι της σοβαρής νόσου.
Δείχνουν δηλαδή ότι όταν πρόκειται για την πρόληψη σοβαρής ασθένειας, το εμβόλιο της Pfizer εξακολουθεί να λειτουργεί πολύ καλά έναντι και της παραλλαγής δέλτα.
Και ναι, μιλάμε για το Ισραήλ όπου ακούγεται πως έχουν προκύψει πρόσφατα ανησυχητικά στοιχεία.
Ένα μεγάλο ποσοστό (σχεδόν 80%) των Ισραηλινών άνω των 12 ετών λοιπόν έχουν εμβολιαστεί. Να πούμε εδώ πως πέραν των παραμέτρων που ήδη ανέφερα, όταν τα ποσοστά εμβολιασμού είναι χαμηλά, η ανάλυση των δεδομένων μπορεί να υπερβάλλει για την αποτελεσματικότητα του εμβολίου. Αντίστοιχα όταν τα ποσοστά εμβολιασμού είναι υψηλά, μπορεί να φαίνεται πως υπάρχει μείωση της αποτελεσματικότητας του εμβολίου.
Με βάση την ανάλυση του Morris, θα παρουσιάσω τα δεδομένα τμηματικά δείχνοντας τον αριθμό των εμβολιασμένων, και το ποσοστό αυτών επί τις 100, αλλά και τον αριθμό που αντιστοιχεί ανά 100.000, ώστε να έχουμε ένα κοινό σημείο αναφοράς. Θα επικεντρωθώ στο πλήρως εμβολιασμένο τμήμα του πληθυσμού (Πλ. Εμβολ.) έναντι του μη εμβολιασμένου (Ανεμβ.), παρότι ξέρουμε και πως με μία δόση έχουμε υψηλή προστασία έναντι της σοβαρής νόσου COVID-19 (περίπου 75-85%).
Βλέπουμε λοιπόν ότι το ποσοστό αυτών που νόσησαν σοβαρά είναι 16,4/5,3 = 3,1 φορές υψηλότερο στους μη εμβολιασμένους από τους πλήρως εμβολιασμένους. Αυτό δείχνει ότι τα εμβόλια προστατεύουν από τη σοβαρή νόσο, συνοψίζει μεταξύ άλλων.