Ευχάριστα ήταν τα νέα που ήρθαν μέσα στο Σαββατοκύριακο από το μέτωπο των εμβολιασμών κατά της Covid-19, και ιδιαίτερα για τη μάχη κατά της διασποράς νέων στελεχών του κορωνοϊού. Το καλά μαντάτα ήρθαν από έρευνα του Public Health England (PHE), του Δημόσιου Οργανισμού Υγείας της Αγγλίας. Συγκεκριμένα, φαίνεται πως τα εμβόλια των Pfizer / BioNTech και της AstraZeneca, προσφέρουν υψηλή προστασία και από την επονομαζόμενη ινδική μετάλλαξη, το στέλεχος B.1.617, που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία τον Οκτώβριο του 2020, απαντά πλέον σε σχεδόν 20 χώρες και έχει χαρακτηριστεί ήδη επισήμως «ανησυχητική» από τον ΠΟΥ.
Σύμφωνα με την έρευνα του PHE, που πραγματοποιήθηκε μεταξύ 5 Απριλίου και 16 Μαΐου, το εμβόλιο των Pfizer / BioNTech προσφέρει δύο εβδομάδες έπειτα από τη χορήγηση της δεύτερης δόσης 88% προστασία από τη συμπτωματική μόλυνση με την ινδική μετάλλαξη, έναντι 93% αποτελεσματικότητας που εμφανίζει σε ό,τι αφορά τη βρετανική μετάλλαξη. Οσο για το εμβόλιο της AstraZeneca, αυτό εμφανίζει στο ίδιο χρονικό σημείο 60% αποτελεσματικότητα απέναντι στην ινδική μετάλλαξη, έναντι 66% αποτελεσματικότητας σε ό,τι αφορά το στέλεχος του ιού που πρωτοεντοπίστηκε στο Κεντ της Αγγλίας. Ενδέχεται ωστόσο η προστασία που προσφέρει το εμβόλιο της AstraZeneca να αποδειχθεί ακόμα υψηλότερη σε βάθος χρόνου, καθώς έχει αποδειχθεί πως το συγκεκριμένο σκεύασμα επιδρά στον οργανισμό με πιο αργούς ρυθμούς.
Με χαρά υποδέχθηκαν σε κάθε περίπτωση την είδηση τόσο οι υγειονομικές και πολιτικές Αρχές της Βρετανίας όσο και ο βρετανικός Τύπος, αισιόδοξος πλέον πως η ινδική μετάλλαξη δεν θα ταράξει τελικά τις διακοπές των Βρετανών. «Η έρευνα αυτή μας καθησυχάζει ότι οι δύο δόσεις οποιουδήποτε από τα δύο εμβόλια προσφέρουν υψηλά επίπεδα προστασίας κατά της συμπτωματικής νόσησης από το στέλεχος Β.1.617 και περιμένουμε ότι τα εμβόλια θα αποδειχθούν ακόμα πιο αποτελεσματικά όσον αφορά την πρόληψη των νοσηλειών και των θανάτων», σημείωσε η Μέρι Ράμσεϊ, επικεφαλής ανοσοποίησης στον PHE. Η έρευνα κατέδειξε επίσης πως και τα δύο εμβόλια προσφέρουν 33% προστασία από την ινδική μετάλλαξη τρεις εβδομάδες μετά την πρώτη δόση, έναντι περίπου 50% προστασίας από τη βρετανική μετάλλαξη.
Το μεσοδιάστημα στις δόσεις
Προκειμένου να αναχαιτίσει τη διασπορά του ινδικού στελέχους, που κινδυνεύει να γίνει «κυρίαρχο», σύμφωνα με τις υγειονομικές Αρχές, η βρετανική κυβέρνηση μείωσε πρόσφατα το μεσοδιάστημα ανάμεσα στις δύο δόσεις των εμβολίων από τις 12 στις οκτώ εβδομάδες για τους πολίτες άνω των 50 χρόνων και τις ευπαθείς ομάδες και ενίσχυσε τα τεστ στις περιοχές όπου απαντά περισσότερο, πρωτίστως στη Βορειοδυτική Αγγλία και ορισμένες περιοχές του Λονδίνου – στις περισσότερες χώρες της ΕΕ, το εμβόλιο της Pfizer γίνεται με μεσοδιάστημα τριών εβδομάδων ανάμεσα στην πρώτη και τη δεύτερη δόση, σύμφωνα με τις συστάσεις των παρασκευαστών του. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, τη χώρα της Ευρώπης με τον βαρύτερο απολογισμό λόγω Covid-19, κάπου 127.000 νεκρούς, περισσότεροι από επτά στους δέκα ενηλίκους έχουν λάβει μια πρώτη δόση εμβολίου κατά της Covid-19 και περισσότεροι από τέσσερις στους δέκα έχουν λάβει και τη δεύτερη.
Οι πονοκέφαλοι του Μπόρις Τζόνσον, εντούτοις, γίνονται όλο και πιο έντονοι: τρεις ημέρες πριν από μια κατάθεσή του ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής που αναμένεται να είναι εκρηκτική, ο πρώην ειδικός σύμβουλος του βρετανού πρωθυπουργού Ντόμινικ Κάμινγκς έριξε μερικά προειδοποιητικά πυρά ακόμα, διαβεβαιώνοντας μέσω Twitter πως η Ντάουνινγκ Στριτ είχε επιλέξει αρχικά, κατά το πρώτο κύμα της Covid-19 στις αρχές του 2020, τη στρατηγική της «ανοσίας της αγέλης», αφήνοντας τον κορωνοϊό να διασπείρεται ανενόχλητος, και αναθεώρησε μόνον αφότου προειδοποιήθηκε, στις αρχές Μαρτίου, πως αυτό θα οδηγούσε σε μια «καταστροφή».
Η κυτταρική ανοσία
Αντιστάσεις φαίνεται να παρουσιάζει το νοτιοαφρικανικό στέλεχος (501Υ.V) στα εμβόλια που έχουν λάβει έγκριση έναντι της λοίμωξης Covid-19. Παρ’ όλα αυτά, το «κλειδί» της αποτελεσματικότητας ενδέχεται να το κρατά η κυτταρική ανοσία – που διαρκεί περισσότερο και εσωκλείει τη μνήμη του ανοσοποιητικού συστήματος για την αντιμετώπιση του εισβολέων.
Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει από την ανασκόπηση των τελευταίων δεδομένων, που συνυπογράφουν οι καθηγητές του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών Γκίκας Μαγιορκίνης, Αντώνης Κολοκούρης, Στάθης Καστρίτης, Ευάγγελος Τέρπος, Θάνος Δημόπουλος (πρύτανης ΕΚΠΑ) και οι μεταπτυχιακές φοιτήτριες του Τμήματος Φαρμακευτικής Μαριάννα Σταμπολάκη, Εύα Τζωρτζίνη και Μαργαρίτα Σταμπέλου.
Αναλυτικότερα, τα εμβόλια Novavax και Johnson & Johnson παρουσιάζουν μέτρια και το εμβόλιο AstraZeneca χαμηλή ικανότητα εξουδετέρωσης της αφρικανικής μετάλλαξης 501Υ.V2. Αντίστοιχα, το εμβόλιο Pfizer παρουσιάζει μειωμένη ικανότητα εξουδετέρωσης της αφρικανικής μετάλλαξης 501Υ.V2.
Αντιθέτως, η μετάλλαξη 501Υ.V2 εξουδετερώνεται επιτυχώς από πλάσμα ασθενών από τον ιό 501Υ.V2.
«Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είναι κατανοητό ότι η αντίδραση των αντισωμάτων είναι ενδεικτική της ανοσολογικής αποτελεσματικότητας των εμβολίων και ότι παίζουν ρόλο πολλοί παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης και της κυτταρικής ανοσίας», επισημαίνουν οι ειδικοί. Επιπλέον, υπενθυμίζουν ότι οι κλινικές μελέτες του AstraZeneca έδειξαν ότι, παρόλη τη μειωμένη αποτελεσματικότητα στην πρόληψη της λοίμωξης, οι εμβολιασμένοι ασθενείς είχαν προστασία έναντι βαριάς λοίμωξης, αν και ο αριθμός των συμμετεχόντων ήταν μικρός για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα.
Είναι λοιπόν εξίσου πιθανόν να μην υπάρξει μεγάλη ανάγκη τροποποίησης του εμβολιασμού έναντι των μεταλλαγμένων στελεχών αν η νόσηση από αυτά στο υπόβαθρο του υπάρχοντος εμβολιασμού είναι μικρής βαρύτητας.