Αδυνάτισμα: Οι επιλογές του Σαββατοκύριακου που έχουν παρόμοια αποτελέσματα με τις καθημερινές προπονήσεις
Υπάρχει τελικά συνταγή… προπονήσεων που μπορεί να εγγυηθεί το αδυνάτισμα; Σύμφωνα με νεότερη μελέτη, εάν ακολουθήσουμε μια συνεπή ρουτίνα της άσκησης ή συμπυκνώσουμε τις προπονήσεις, θα μπορέσουμε να δούμε καλά αποτελέσματα στο νούμερο της ζυγαριάς.
Όπως διευκρινίζει η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο Obesity, είτε ασχολείστε με τη σωματική δραστηριότητα σε τακτική βάση είτε μία ή δύο ημέρες την εβδομάδα θα έχετε θετικά αποτελέσματα στην απώλεια βάρους. Πιο συγκεκριμένα, τα άτομα που ορίστηκαν από τους ερευνητές ως «weekend warriors» -τα άτομα δηλαδή που συμπυκνώνουν την άσκησή τους σε μία έως δύο ημέρες την εβδομάδα- μπορούν να χάσουν βάρος αντιστοίχως με τα άτομα που ασκούνται τακτικά, εφόσον επιτυγχάνουν τους συνιστώμενους στόχους.
Οι συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) σχετικά με την άσκηση αφορούν τουλάχιστον 150 λεπτά μέτριας σωματικής δραστηριότητας εβδομαδιαίως, 75 λεπτά έντονης σωματικής δραστηριότητας εβδομαδιαίως ή έναν ισοδύναμο συνδυασμό και των δύο. Παρόλα αυτά, με την έντονη καθημερινότητα που έχουμε οι περισσότεροι, είναι δύσκολο να διατηρηθεί μια ρουτίνα της άσκησης.
«Το μοτίβο του «weekend warrior» (πολεμιστής του Σαββατοκύριακου σε ελεύθερη μετάφραση) αξίζει να ενθαρρυνθεί σε άτομα που δεν μπορούν να ανταποκριθούν στη συνιστώμενη συχνότητα στις τρέχουσες κατευθυντήριες γραμμές», δήλωσε ο Δρ Lihua Zhang, επιστήμονας υγειονομικής περίθαλψης από το Νοσοκομείο Fuwai, Εθνικό Κέντρο Καρδιαγγειακών Παθήσεων, Κινεζική Ακαδημία Ιατρικών Επιστημών και Ιατρικό Κολέγιο της Ένωσης Πεκίνου και ένας από τους συγγραφείς της μελέτης.
Ο Δρ Zhang προτείνει ότι η έρευνά τους μπορεί να δώσει ώθηση στους εργαζόμενους σε γραφεία, σε οδηγούς και σε άλλους εργαζόμενους, που πρέπει να κάθονται πολλές ώρες στην εργασία τους, να ξεκινήσουν την άσκηση «για να αντισταθμίσουν τον κίνδυνο της καθιστικής ζωής». Εναλλακτικές επιλογές που προτείνει για να διατηρηθούν σε φόρμα έστω και δύο φορές την εβδομάδα ή σε ένα σαββατοκύριακο είναι η αναρρίχηση, η πεζοπορία, η ποδηλασία ή το τρέξιμο.
Τα στοιχεία της μελέτης
Η μελέτη αυτή είναι και η πρώτη του είδους της που εξετάζει τη συσχέτιση μεταξύ των προτύπων σωματικής δραστηριότητας και της αντικειμενικά μετρούμενης μάζας λιπώδους ιστού. Εξετάσθηκαν περισσότεροι από 9.600 συμμετέχοντες, από 20 έως 59 ετών, μέρος της Εθνικής Έρευνας για την Υγεία και τη Διατροφή, από το 2011 έως το 2018.
Η κοιλιακή και η γενική παχυσαρκία αξιολογήθηκαν με απορροφησιομετρία ακτίνων Χ διπλής ενέργειας (DXA) -μια μη επεμβατική και εύκολα προσβάσιμη σάρωση σύστασης σώματος- και με ανθρωπομετρικές μετρήσεις. Τα επίπεδα σωματικής δραστηριότητας συλλέχθηκαν από το Παγκόσμιο Ερωτηματολόγιο Σωματικής Δραστηριότητας και ταξινομήθηκαν ως ανενεργοί, πολεμιστές του Σαββατοκύριακου και τακτικά δραστήριοι.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, οι 772 συμμετέχοντες ανέφεραν το πρότυπο του πολεμιστή του Σαββατοκύριακου και 3.277 το τακτικά ενεργό πρότυπο. Σε σύγκριση με τους 5.580 αδρανείς συμμετέχοντες, τόσο η ομάδα των πολεμιστών του Σαββατοκύριακου όσο και η ομάδα των τακτικών δραστήριων ατόμων είχαν λιγότερο λίπος στην κοιλιά αλλά και λιγότερη μάζα λίπους ολόκληρου του σώματος, μικρότερη περιφέρεια μέσης, και μικρότερο δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ). Οι δύο αυτές ομάδες συμμετεχόντων ήταν ηλικιακά νεότερες, είχαν υψηλότερο μορφωτικό υπόβαθρο και λιγότερες πιθανότητες να είναι άνεργοι ή να έχουν υπέρταση ή διαβήτη.
«Τελικά, η μελέτη μας επιβεβαιώνει αυτό που είναι ήδη γνωστό: οποιαδήποτε σωματική δραστηριότητα είναι καλύτερη από τη μηδενική. Αξίζει να σημειωθεί ότι η προπόνηση των «πολεμιστών του Σαββατοκύριακου» ήταν υψηλότερης έντασης και μεγαλύτερης διάρκειας, και η μεγαλύτερη ένταση και η μεγαλύτερη διάρκεια συσχετίστηκαν με ακόμη χαμηλότερο κοιλιακό λίπος. Το κύριο συμπέρασμα, όμως, είναι ότι οι άνθρωποι πρέπει να είναι δραστήριοι με οποιονδήποτε τρόπο ταιριάζει στον τρόπο ζωής τους» καταλήγει η επίκουρη καθηγήτρια κλινικής ιατρικής Beverly Tchang, MD, DABOM, Comprehensive Weight Control Center, Weill Cornell Medicine στη Νέα Υόρκη, η οποία όμως δε συμμετείχε στη μελέτη.